F-GIOCHI DE ESTATE
Καλοκαιρινά παιχνίδια (Giochi d'estate)

Ανοιχτοί Ορίζοντες: Το μέλλον είναι εδώ

Καλησπέρα σας από το τμήμα των «Ανοιχτών Οριζόντων». Τρίτη βράδυ, που γράφονται αυτές οι γραμμές, το Φεστιβάλ εξελίσσεται ομαλώς, οι σινεφίλ συναθροίζονται ησύχως και χωρίς να επιτρέπουν να διαφανεί οποιαδήποτε ανησυχία για το γεγονός ότι δεν σχηματίστηκε ακόμα η νέα κυβέρνηση της χώρας, ενώ το πρόγραμμα αποτελείται από το γνωστό μίγμα 70-30, ήτοι 70% ταινίες αδιάφορες-βαρετές και 30% ενδιαφέρουσες-εξαιρετικές.

Και για ν’ αρχίσω από το 70%, μόνο στη Γαλλία θα μπορούσε να βρει χρηματοδότηση μια ταινία σαν το Ένας νεανικός έρωτας (Un amour de jeunesse) της Μία Χάνσεν Λαβ. Μιλάμε για σεναριακή ιδέα που εξαντλείται σε μισή ώρα το πολύ. Πρόκειται για μια απόπειρα να καταγραφεί τι απογίνεται ένας μεγάλος εφηβικός έρωτας. Τον ξεχνάμε; Επιστρέφουμε σ’ αυτόν; Και αν επιστρέφουμε, είναι δυνατό μια τέτοια επιστροφή να ευοδωθεί; Η ταινία όμως δεν μπορεί να κρατήσει το ενδιαφέρον ούτε του πιο ρομαντικού εφήβου θεατή, καθότι είναι κενή από γεγονότα, ανατροπές, εικόνες, ήχους, συναισθήματα, έξυπνες ατάκες, ό,τι τέλος πάντων μπορεί να περιέχει μια ταινία και να έχει αξία.

Στο ιταλικό Ουράνιο σώμα (Corpo Celeste) της Άλις Ρορβάχερ, τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα. Πρόκειται για μια ιστορία ενηλικίωσης, που περιστρέφεται γύρω από τη θρησκευτική τελετή χρίσματος μιας δωδεκάχρονης κοπέλας κάπου στην φτωχική Καλαβρία. Η ταινία έχει αρκετά έντονο χαρακτήρα ντοκιμαντέρ, ενώ παράλληλα επικεντρώνεται και σε ζητήματα που αφορούν στο ρόλο της Καθολικής Εκκλησίας στην καθημερινότητα των ανθρώπων του ιταλικού νότου. Το πρόβλημα για μένα ήταν ότι το βρήκα πολύ φτωχό σαν εικόνα, στερούνταν οποιουδήποτε οπτικού πλούτου, ενώ και σεναριακά φάνηκε λίγο, ανεπαρκές για να κρατήσει το θεατή μιας ταινίας μεγάλου μήκους. Τέλος πάντων…

F-GIOCHI DE ESTATE
Καλοκαιρινά παιχνίδια (Giochi d'estate)

Η άλλη ιταλική ταινία πάλι, τα Καλοκαιρινά παιχνίδια (Giochi d’estate) του Ρολάντο Κόλα, διέθεταν ένα επαρκέστατο σενάριο, κι αυτό παρόμοιου θέματος, που εκτυλίσσεται όμως σε ένα κάμπινγκ στον ιταλικό βορρά. Παρακολουθούμε μια παρέα παιδιών που μπαίνουν στην εφηβεία, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, τα οικογενειακά προβλήματα, τη συναισθηματική εξέλιξη. Ως εδώ καλά. Από αισθητική όμως; Σκέτη τηλεόραση! Μόνο θεματικά διαφοροποιείται η ταινία από αυτά που συνήθως βλέπουμε στη μικρή οθόνη. Κατά τ’ άλλα, μία από τα ίδια. Επίπεδοι φωτισμοί και χρώματα, καμιά ατμοσφαιρικότητα, ρουτινιάρικη αφήγηση. Μετριότητες.

F-TERRAFERMA
Στη στεριά (Terraferma)

Και καλά, θα μου πείτε, καμιά ταινία δεν σου αρέσει εσένα, τέλος πάντων; Πώς… και βέβαια! Πάρτε για παράδειγμα το επίσης ιταλικό Στη στεριά (Terraferma). Αυτό μάλιστα! Αξιοποιώντας τη στέρεα παράδοση του ιταλικού νεορεαλισμού και μπολιάζοντάς την με στοιχεία ποιητικά (βλέπε τα πλάνα της θάλασσας και άκου τη μουσική που τα συνοδεύει), αλλά και λαϊκά (π.χ. ο κώδικας ηθοποιίας του νεαρού πρωταγωνιστή, βγαλμένος από την παλιά ιταλική ηθογραφία), ο Εμανουέλε Κριαλέζε προσεγγίζει υπέροχα τον πυρήνα του προβλήματος του εκσυγχρονισμού μιας παραδοσιακής κοινότητας, ενώ παράλληλα μας βάζει στην καρδιά του ζέοντος ζητήματος της λαθρομετανάστευσης, με έναν τρόπο αλησμόνητο.

Κι όταν σήμερα αντιμετωπίζουμε προβλήματα όπως το μεταναστευτικό και η παγκόσμια οικονομική κρίση, το τελευταίο που θέλουμε είναι έναν θολοκουλτουριάρη Γάλλο που προσπαθεί ματαίως να γίνει ο Μισέλ Ουελμπέκ του σινεμά, να προσπαθεί να μας παραμυθιάσει με τα μακριά του πλάνα και τους νεκρούς του χρόνους για τη ζωώδη ανθρώπινη φύση και το Κακό που (υποτίθεται πως) κρύβουμε μέσα μας. Πολύ κακό για το τίποτα ο κύριος Μπρούνο Ντιμόν και το Έξω Σατανά (Hors Satan) που μας παρουσίασε, και σας το λέει κάποιος που έχει δει (χάρη στο φεστιβάλ και τον κ. Εϊπίδη) τέσσερις ταινίες του εν λόγω κυρίου πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν επιθυμεί να τον ξαναδεί μπροστά του.

Είδα τέλος και δυο ταινιάκια συμπαθητικά, σεμνά, ταπεινά, το ιρλανδικό Στην αποβάθρα (The Pier) του Τζέραρντ Χέρλεϊ, που καταστρέφεται κυρίως εξαιτίας της άτεχνης ηχητικής του μπάντας, είναι όμως κατά τ’ άλλα μια συγκινητική ιστορία συμφιλίωσης πατέρα – γιού, και το βραζιλιάνικο Ο ουρανός πάνω στους ώμους μας (O Céu Sobre os Ombros) του Σέρχιο Μπόρχες, λίγο υπερβολικά μελαγχολικό, αλλά γενναίο και τολμηρό σαν μίγμα άσχετων μεταξύ τους στοιχείων, που τελικά αρθρώνουν έναν λόγο. Θα σας έγραφα περισσότερα γι’ αυτό, πρέπει όμως να παραδώσω τη σκυτάλη (με χαρά και υπερηφάνεια, είν’ η αλήθεια) στον φίλο και συνάδελφο Αλέξανδρο Μιλκίδη!

Παναγιώτης Κιούσης