Το φετινό αφιέρωμα του Φεστιβάλ στα Βαλκάνια περιλαμβάνει εννιά ταινίες. Ήδη, την ώρα και μέρα (απόγευμα Τρίτης) που γράφεται αυτό το κείμενο, έχουν προβληθεί οι πέντε εξ αυτών. Ας τις δούμε αξιολογικά…
Η συγχώρεση του αίματος (The Forgiveness of Blood)
Αξιολόγηση: ****
Ο Αμερικανός (Καλιφορνέζος) Τζόσουα Μάρστον είναι στο τιμόνι μιας αλβανικής ταινίας, επιβεβαιώνοντας το ενδιαφέρον του για κινηματογραφίες ξένες προς τη δική του (είχε προηγηθεί η -έχουσα τη βάση της στην Κολομβία- Κεχαριτωμένη Μαρία). Η συγχώρεση του αίματος αποτελεί μια συγκλονιστική καταγραφή της σύγχρονης επαρχιακής Αλβανίας, που ζει τη φτώχεια της, χωρίς να μεμψιμοιρεί. Προσπαθεί μάλιστα να την ξεπεράσει, πλησιάζοντας δειλά – δειλά τις νέες τεχνολογικές κατακτήσεις (βλέπε ίντερνετ ή κινητά τηλέφωνα). Με σκηνοθεσία που στηρίζεται στο νεορεαλισμό, λιτή κινηματογράφηση, ωραιότατα πλάνα υπαίθρου, αλλά και εξαιρετικές ερμηνείες στους κεντρικούς ρόλους, ο Μάρστον ξεκινά από μια ιστορία εκδίκησης για να μας μυήσει σε μια διαφορετική (ειδικά για εκείνον) κουλτούρα, σε έναν πολιτισμό που έχει να κάνει με άγραφους εθιμικούς κανόνες αιώνων. Παρακολουθούμε από τη στιγμή που λαμβάνει χώρα το κακό (εκτός κάμερας), τον απότομο και ιδιαίτερα βίαιο εγκλεισμό μιας φαμίλιας στο ίδιο της το σπίτι. Αποτέλεσμα των εξελίξεων που επιφέρει η βεντέτα είναι η απότομη ωρίμανση του μεγάλου κοριτσιού, που γίνεται ξάφνου ηγέτης της ακέφαλης οικογένειας, θυμίζοντάς μας αφημένα στη λήθη μητριαρχικά μοντέλα. Οι επιθυμίες της ως εκείνη την ώρα καταπνίγονται δια παντός, ενώ παράλληλα γίνεται εμφανής η κόντρα πατέρα – γιου για τη χαμένη προσωπική ισχύ τους. Η σύγκρουση του παλιού και του νέου, η ενηλικίωση και του μεγάλου αγοριού σε αντιδιαστολή με τη φυγή του παροπλισμένου από τα συμβάντα πατέρα, η αιώνια μάχη της παράδοσης με τον εκσυγχρονισμό… είναι προφανείς. Με σενάριο που «λέει» πολλά (Αργυρή Άρκτος στο Βερολίνο), ο Μάρστον καταλήγει στο υποδειγματικό τελευταίο μέρος να αποσαφηνίσει ότι τελικά μόνη και απόλυτη προτεραιότητα του ατόμου είναι η επιβίωση: γι’ αυτή μπορεί να υπερβεί εαυτόν (κόρη), να κρυφτεί (μπαμπάς), να τραπεί σε φυγή (γιος). Και οι νόμοι, γραπτοί ή άγραφοι, δεν είναι βέβαιο ότι φτιάχτηκαν για να τηρούνται…
Αβέ (Avé)
Αξιολόγηση: ***
Υπάρχουν κάποιες ταινίες που τις βλέπεις, τις χαρακτηρίζεις συμπαθητικές, νομίζεις ότι τέλειωσες μαζί τους, αλλά όταν καθίσεις να σκεφτείς τι σου είπαν, καταλαβαίνεις ότι αυτά ήταν πολλά. Κάπως έτσι συμβαίνει και με το βουλγάρικο Αβέ του Κονσταντίν Μπογιάνοφ. Πέρα από το road movie και το παιχνίδι αρσενικού – θηλυκού, υπάρχει το πιο ενδιαφέρον παιχνίδι αλήθειας – ψέματος. Σ’ αυτό διαπιστώνουμε ότι δεν είναι πάντα καλή η πρώτη και κακό το δεύτερο, ότι ενίοτε ένα ψέμα μπορεί να είναι σωτήριο και μια αλήθεια αδιέξοδη. Ακόμα η γόνιμη, έστω κι αν φτάνει να είναι αχαλίνωτη, φαντασία λειτουργεί πολλάκις ως καταφύγιο, σε ένα φιλμ που παρομοιάζει στο φινάλε του τον ψεύτη με τον κινηματογραφικό σκηνοθέτη, τονίζοντας ότι αυτή καθαυτή η σκηνοθεσία είναι μια οδός προς την ευτυχία…
Press
Αξιολόγηση: **
Η φράση «Η αλήθεια είναι αλεξίσφαιρη» είναι η κληρονομιά που μας αφήνει το τούρκικο Press, σε σκηνοθεσία Σεντάτ Γιλμάζ. Η υπόθεση μας μεταφέρει στο τουρκικό Κουρδιστάν, στη δεκαετία του ’90, ενώ η εύκολη επισήμανση είναι πως η ταινία καταπιάνεται με το ζήτημα των κινδύνων του δημοσιογραφικού επαγγέλματος (από τη λογοκρισία των κειμένων ως τους εκφοβισμούς και τις πράξεις βίας). Αυτό δεν είναι ψέμα, αλλά υπάρχει επίσης η αναφορά στις πολύ δύσκολες συνθήκες εργασίας στην τότε Τουρκία, αλλά και σε πολλά μέρη ακόμα και σήμερα, καθώς και η αίσθηση ότι παρακολουθείς κάτι συγγενικό με το ιρανικό σινεμά (είναι στην παραγωγή ο Γκομπαντί). Με ηθοποιούς ερασιτέχνες, ο σκηνοθέτης μεγενθύνει -όπως οι ήρωές του κάνουν με τις φωτογραφίες- τις λεπτομέρειες, μια που σ’ αυτές συνήθως βρίσκονται τα σπουδαία. Η κατασκευή δεν είναι αψεγάδιαστη, παραμένει μάλλον απλοϊκή στις καταγγελίες περί πολιτικής και εθνών, αλλά έχει αξίες που υπηρετεί…
Με τις καλύτερες προθέσεις (Din dragoste cu cele mai bune intentii/ Best Intentions)
Αξιολόγηση: *
Μίνι απογοήτευση η νέα ταινία του Ρουμάνου Άντριαν Σιτάρου, που αγαπήσαμε για το πολανσκικής υφής Κυριακάτικο κάλεσμα. Κέντρο των γεγονότων είναι ένα νοσοκομείο, όπως είχε συμβεί παλιότερα και με τον Πούιου και την Οδύσσεια του κυρίου Λαζαρέσκου, αλλά ο Σιτάρου υστερεί απέναντί του. Ετούτος ο μικρόκοσμος περιλαμβάνει κάθε καρυδιάς καρύδι, αλλά εμείς εστιάζουμε πιότερο σε έναν νεαρό, που κατακρίνει ανά πάσα στιγμή το σύστημα υγείας της χώρας, αλλά αντί να δικαιώνεται από τα όσα βλέπουμε μας παρουσιάζεται ως ημίτρελος, βυθισμένος στην υπερβολή και ασυγκράτητα υποχόνδριος. Με τις καλύτερες προθέσεις, φτάνει στη χειρότερη συμπεριφορά, στα χειρότερα αποτελέσματα. Με καλές δόσεις χιούμορ, αλλά πολύ -και καμιά φορά κουραστικό- λόγο, το νέο φιλμ του Σιτάρου θα μπορούσε εύκολα να είναι απλά ένα θεατρικό, μια που δεν απαιτείται σεναριακά κι ερμηνευτικά κάτι παραπάνω από ένα δωμάτιο…
Το νησί (The Island)
Αξιολόγηση: •
Ένας τραγικός αχταρμάς, που θέλει να μιλήσει για πολλά και δεν καταφέρνει ούτε την αλφαβήτα του σινεμά… Το μόνο που μένει τελικά είναι η ομορφιά της Λετισιά Καστά και του καρτποσταλικού τοπίου. Μία, δύο, τρεις… Πόσες ταινίες είναι Το νησί του Βούλγαρου Κάμεν Κάλεφ; Το πρώτο μισό είναι ένα μετριότατο ψυχόδραμα, με παράξενες συμπεριφορές ανθρώπων, οι οποίες μένουν ακατανόητες ως το τέλος, με έναν ήρωα που από λάθος και σύμπτωση καταλήγει να γυρίζει στο παρελθόν, να καταδύεται στον τόπο – μήτρα της ζωής του. Μετά διώχνει την αγαπημένη του (καλύτερη του συμπρωταγωνιστή της υποκριτικά η Καστά) και «απολαμβάνουμε» μια βουβή βύθιση στον χαμένο εαυτό του. Η μπάλα έχει ήδη χαθεί, όταν έρχεται το τελικό χτύπημα: στα καλά καθούμενα μπαίνουμε στα εσωτερικά του Big Brother, με μια ψευδοκαταγγελία των Μ.Μ.Ε., ακατάσχετες αμπελοφιλοσοφίες κλπ. Θα υπάρξει κι άλλο μπέρδεμα, που έρχεται ή καταλήγει σχεδόν στον ουρανό με το έσχατο πλάνο, που δίνει μια νέα ταυτότητα στον ήρωα. Άλλωστε, ο «ποιητής» θέλει απλά να πει ότι ο καθένας μας έχει πολλά πρόσωπα ή προσωπεία, 64 όπως αναφέρει ένας λαϊκός σοφός σε κάποιο πλάνο… Και μη χειρότερα!
Δημοσθένης Ξιφιλίνος