* Πολιτικός χαμός, ανασφάλεια, δόσεις, υποθήκευση του μέλλοντος κι άλλα τέτοια ωραία, αλλά ευτυχώς προς το παρόν υπάρχει το φεστιβάλ. Έτσι, για να θυμόμαστε πως υπάρχουν και όμορφα πράγματα, πως μπορεί όντως κάτι να σαλεύει στην πόλη χωρίς να είναι ένα μαύρο τέρας μιζέριας, αλλά αντιθέτως μια θετική (σχεδόν μεταφυσική) αύρα. Πραγματικά, νιώθεις σαν να εισέρχεσαι σε μία διαφορετική διάσταση, κάπου μακριά από όσα σε απασχολούν και σε πιέζουν.
* Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρξε ένας αντικαπνιστικός νόμος, ένα από τα μεγαλύτερα ανέκδοτα των τελευταίων ετών (προφανώς όχι το μεγαλύτερο, διότι τους τελευταίους μήνες έχουμε πήξει στα κακόγουστα αστεία και το ανεύθυνο χιούμορ). Πέρσι έγινε μια προσπάθεια εφαρμογής του στο καφέ της Αποθήκης Γ’, με αποτέλεσμα ο κόσμος να προτιμάει να μένει έξω και να καπνίζει, αντί να καταναλώνει στα τραπεζάκια. Μετά όλοι έκαναν τα στραβά μάτια. Φέτος δεν τρέχει τίποτα. Σωστός τεκές. Η βραδινή πολυκοσμία, σε συνδυασμό με τον ελλιπή εξαερισμό και τα αμέτρητα τσιγάρα, κάνουν τον αέρα βαρύ και ασήκωτο να σου πλακώνει τα στήθια.
* Φεστιβάλ χωρίς πάρτι είναι ομελέτα χωρίς αβγά. Και τα καλύτερα πάρτι, φυσικά, είναι αυτά της Αποθήκης Γ’ που είναι για όλον τον κόσμο. Όσο η μουσική δεν σπάει τα τύμπανα και ο κόσμος έχει θετική διάθεση, όλα βαίνουν πρίμα! Αγοράκια κοιτούν κοριτσάκια, κοριτσάκια κοιτούν ποια αγοράκια τα κοιτούν, μία σκέτη ομορφιά. Μπαρ είπαμε; Ας σταθούμε λίγο παραπάνω σε αυτό το σημείο. Υπάρχει κάποιος λόγος που οι μπάρμεν στην Αποθήκη Γ’ συμπεριφέρονται σαν να είναι ενσαρκώσεις του Τομ Κρουζ στο Κοκτέιλ; Γενικότερα επικρατεί μια κατάσταση μεταξύ μπαρ και κλαμπ, όπου οι δοσολογίες στα ποτά είναι απαράδεκτες, δεν είναι δυνατόν να ζητήσεις ένα ποτήρι νερό, επειδή πωλούνται μπουκαλάκια, ενώ οι τιμές είναι κάθε άλλο παρά «φεστιβαλικές».
* Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον πώς στις σκοτεινές αίθουσες του φεστιβάλ πέφτουν οι μάσκες κι εμφανίζεται η σεξουαλική ανωριμότητα των νέων (κι όχι μόνο). Υποτίθεται, μάλιστα, πως μεγάλο τμήμα του κοινού είναι φοιτητές και φοιτήτριες, σινεφίλ, άνθρωποι ανοιχτοί σε νέες ιδέες και καινούριες κινηματογραφικές προτάσεις. Κι όμως… μόλις επί της μεγάλης οθόνης ακουστεί ένα ασυνήθιστο πρόστυχο βρωμόλογο ή διαδραματιστεί μια ερωτική σκηνή που ξεπερνάει την τηλεοπτική αφέλεια ή ακόμα χειρότερα εμφανιστεί ένα γυμνό αιδοίο (!), αρχίζουν αμέσως τα δειλά γυναικεία χαχανητά, τα «ουφ» και τα «πού ήρθαμε» και αρκετές κινούνται άβολα στις θέσεις τους. Όχι πως ο αντρικός πληθυσμός είναι περισσότερο ώριμος σεξουαλικά. Κάνει εντύπωση, όμως, πόσο ανεξοικείωτες είναι οι γυναίκες με τη θέα του ίδιου τους του εαυτού. Από την άλλη είναι λογικό. Θέλετε σοβαρή εξήγηση; Ορίστε λοιπόν: η πατριαρχική συντηρητική κοινωνία μας είναι αδυσώπητη προς τις γυναίκες, οι οποίες από μικρές μαθαίνουν να προστατεύουν ψυχαναγκαστικά το φύλο τους και να καταπιέζουν όλες τις επιθυμίες τους. Όπως και να έχει, είναι κάπως ανατριχιαστική αυτή η μορφή συντηρητισμού. Τι γινόταν στο παρελθόν σε αντίστοιχες εικόνες;
* Το φαινόμενο της πληροφόρησης από στόμα σε στόμα… Είναι πραγματικό όμορφο να βλέπεις την αλληλεπίδραση. Κάπως έτσι, καταλήγουν άνθρωποι που κατά τ’ άλλα πηγαίνουν 4-5 φορές σινεμά τον χρόνο (θεμιτότατο φυσικά, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα) να αναφέρονται ως «ο Όλε» στον Όλε Κρίστιαν Μάντσεν, να μην μπορούν να πέσουν να κοιμηθούν το βράδυ χωρίς μια δόση Ούλριχ Ζάιντλ, να θεωρούν το Superclasico ταινιάρα χωρίς να το έχουν δει ακόμη (!), εκλαμβάνοντας ως αμάχητο τεκμήριο το σούσουρο που έχει προηγηθεί!
* Υπάρχει και η ιεροτελεστία της έναρξης της προβολής. Με χαρά διαπιστώνουμε πως ολοένα και περισσότεροι θεατές συναρπάζονται με την καταπληκτική προφορά του ηχογραφημένου μηνύματος, που προειδοποιεί για κυρώσεις σε περίπτωση πειρατείας. Το «anyone caught taping or shooting» βρίσκεται στα χείλη τουλάχιστον μίας παρέας σε κάθε προβολή, με το εκπληκτικά σφυριχτό «Σ» στο «shooting» να κλέβει την παράσταση σαφώς. Μια που είμαστε στο θέμα, τα Q n A’s προσφέρουν πάντα ευκαιρίες για μικρά διαμαντάκια απόλαυσης. Από τα παρελθοντικά και αγαπημένα, όπως το αλήστου μνήμης «ο σκηνοθέτης έχει έναν φίλο, τον Μπρεσόν, με τον οποίο μιλάει» ως το πιο πρόσφατο παράδειγμα, όπου στη συζήτηση μετά την προβολή του Αλόις Νέμπελ, πληροφορηθήκαμε πως εν καιρώ παγκόσμιας χρεοκοπίας, υπήρχαν διαθέσιμα 3 εκατομμύρια ευρώ για το animation ενός πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη… Έλληνες κινηματογραφιστές, τα μπογαλάκια σας και γρήγορα στην Πράγα, εκεί αγαπάνε το σινεμά όχι αστεία!
Σωτήρης Μπαμπατζιμόπουλος – Γιώργος Παπαδημητρίου (Cinedogs)
www.cinedogs.gr