ÔÅËÅÔÇ ËÇÎÇÓ 58ïõ ÖÅÓÔÉÂÁË ÊÉÍÇÌÁÔÏÃÑÁÖÏÕ ÈÅÓÓÁËÏÍÉÊÇÓ

58ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σε μια Ματιά – Έφη Παλιοτζήκα

ÔÅËÅÔÇ ËÇÎÇÓ 58ïõ ÖÅÓÔÉÂÁË ÊÉÍÇÌÁÔÏÃÑÁÖÏÕ ÈÅÓÓÁËÏÍÉÊÇÓ

Το φετινό ΦΚΘ ήρθε και έφυγε εξίσου γρήγορα με κάθε άλλη φορά, αντιστρόφως ανάλογη η αναμονή του με την διάρκεια τόσο για τους κατοίκους της πόλης όσο και για τους απανταχού συνεφίλ που καταφέρνουν να ξεκλέψουν χρόνο ώστε να το επισκεφτούν. Γεμάτες οι αίθουσες του με ένα θετικό κλίμα να επικρατεί καθώς εθελοντές, εργαζόμενοι, δημιουργοί και θεατές κινούνταν αδιάκοπα από και προς τις προβολές, τα φεστιβαλικά δρώμενα και πάρτι.

Στο φετινό ΦΚΘ είδαμε ταινίες διαφόρων αποχρώσεων, άλλες σαν ευχάριστες εκπλήξεις όπως το Leisure seeker, άλλες που δεν σχολιάστηκαν τόσο θετικά όπως η Επαφή ή το Ξενοδοχείο Occidental, αλλά και τα πολυαναμενόμενα -των οποίων οι προβολές ήταν διαρκώς sold out- Ονειρεύομαι σε άλλη γλώσσα, Δεν είμαι μάγισσα και Γυναίκες που περάσατε από δω. [wp_ad_camp_1]

Το να καλύψει κανείς ενδελεχώς τα όσα συνέβησαν στην πόλη τις τελευταίες μέρες μέσα σε λίγες λέξεις δεν είναι κάτι δυνατό, οπότε θα αρκεστούμε σε ένα σύντομο πέρασμα από την Τρίτη (έκτη κατά σειρά μέρα) του φετινού Φεστιβάλ και για μια πιο κοντινή ματιά στο Cargo του Gilles Coulier και στο Ο γιός της Σοφίας της Ελίνας Ψύκου, δυο διαδοχικές προβολές που συνοδεύονταν από Q&A στην αίθουσα Ολύμπιον, αμφότερες υποψήφιες στο Διεθνές Διαγωνιστικό τμήμα αλλά και στο βραβείο κοινού της Fisher.[wp_ad_camp_1]

Cargo-movieΌταν μια προβολή είναι γεμάτη ίσως να γίνεται πιο εύκολο να ανιχνεύσεις την επίδραση της ταινίας στο κοινό, και αν καθίσεις και στις ερωτήσεις του Q&A μπορείς να ακούσεις παρατηρήσεις που πιθανώς δεν σου έχουν περάσει καν από το μυαλό. Τρανταχτό παράδειγμα το Cargo (Φορτίο) όπου μετά το πέρας της προβολής τέθηκε το ερώτημα «γιατί στην ταινία δεν βλέπουμε καθόλου γυναίκες», κάτι που σ’ εμένα είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητο, μιας και είναι ένα αρκετά συχνό φαινόμενο το βασικό καστ μιας ταινίας να αποτελείται μόνο από άντρες, κάτι που καλό θα ήταν να επισημαίνεται και χωρίς να θεωρηθεί παρεμβατικό ως προς την ελεύθερη δημιουργία να ληφθεί αργά ή γρήγορα υπόψιν από τους καλλιτέχνες. Η ταινία διαδραματίζεται στο γεμάτο υγρασία Βέλγιο, κάνοντας ένα πέρασμα από μείζονα κοινωνικά ζητήματα, όπως οι αποξενωμένες οικογένειες, τα προβλήματα που ο μέσος άνθρωπος αντιμετωπίζει ωστόσο αδυνατεί να εξωτερικεύσει, την αδυναμία των μικρών επαγγελματιών να ανταπεξέλθουν οικονομικά απέναντι στην οικονομική κατάσταση καθώς και το λαθρεμπόριο ανθρώπινων ζωών προς μια γη της επαγγελίας. Μια γη της επαγγελίας που όλο και πιο συχνά ονομάζεται Μεγάλη Βρετανία, και πιο συγκεκριμένα Λονδίνο και όχι Ευρώπη. Μια Ευρώπη που καλλιεργεί στις ζωές των κατοίκων της λίγο λίγο την αδυναμία να επιβιώσουν, καθώς οι ανθρωπιστικές αρχές, η οικογένεια, η ανθρώπινη αλληλεγγύη και η οικονομική ευημερία γίνονται όλο πιο σπάνιο να βρεθούν. Ο πατέρας χάνεται και οι τρεις γιοί του καλούνται να ενηλικιωθούν απότομα, να γίνουν οι ίδιοι κύριοι του εαυτού τους, να κόψουν ή να δημιουργήσουν δεσμούς. Η βία, το ψέμα, η συναισθηματική  απομόνωση κυριαρχούν, ενώ τα όρια της ηθικής παρουσιάζονται ρευστά: για να σώσεις το μέλλον των παιδιών σου μπορεί να χρειαστεί να καταχραστείς τις ζωές άλλων ανθρώπων.  Στη φωτογραφία της ταινίας, τα χρώματα που κυριαρχούν είναι το μπλε, το γκρι και το μαύρο, ενώ ο ήχος παίζει κομβικό ρόλο καθώς κρατά το τέμπο: ο παφλασμός της θάλασσας δίνει το ρυθμό στις ζωές των τεσσάρων ανδρών της ταινίας παράλληλα με την ανάσα του γέρου πατέρα στο υποστηρικτικό μηχάνημα. Τα ανθρώπινα σώματα των πρωταγωνιστών φθαρτά και ταυτισμένα με το θαλάσσιο στοιχείο, αδιαίρετα ως προς αυτό, αποδεικνύονται απλοί φορείς των εσωτερικών τους δαιμόνων. Εξ’ ου άλλωστε και ο τίτλος φορτίο: φορτίο ατομικό, φορτίο εμπορικό, ανθρώπινο φορτίο προσφύγων. Το αλιευτικό καράβι της οικογένειας αποτελεί το διακύβευμα και τον συνδετικό κρίκο των μελών της οικογένειας. Αυτό είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής από την πρώτη σκηνή όπου τα κύματα το μαστιγώνουν μέχρι την τελευταία όπου πατέρας και γιος θα επαναπροσδιορίσουν τη σχέση τους στο πρώτο τους κοινό άνοιγμα στο πέλαγος.[wp_ad_camp_1]

SON OF SOFIAΣτον ενδιάμεσο χρόνο από τις δυο προβολές, στο φουαγιέ της εισόδου του Ολύμπιον εκτελέστηκε μια θεατρική παράσταση του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας στα πλαίσια των συνεργατικών δράσεων με το ΚΘΒΕ, ενώ από έξω ακούγονταν οι δύο μουσικοί του δρόμου που έπαιζαν κοντά  στο γυάλινο περίπτερο του Φεστιβάλ στην Αριστοτέλους τις περισσότερες μέρες της διοργάνωσης. Η ταινία ξεκινά, αφού η Ελίνα Ψύκου θα παρουσιάσει και ευχαριστήσει έναν-έναν τους συντελεστές που βρίσκονταν εντός και εκτός αίθουσας. Ο Γιος της Σοφίας είναι μια ταινία που ήρθε από το παρελθόν με όλα τα καλά και τα κακά που μπορεί αυτό να συνεπάγεται. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στην Αθήνα του 2004, χρονικό σταθμό ορόσημο για την Ελλάδα του 21ου αιώνα. Το «Wild dances» της Ruslana είναι το ανεπίσημο soundtrack της ταινίας, καθώς βρίσκεται παντού στη νέα ζωή του μικρού Μίσα, ο οποίος έρχεται να βρει τη μητέρα του από τη Ρωσία καθώς ο πατέρας του έχει πεθάνει. Ο γέρος στο σπίτι του οποίου θα κληθεί να κατοικήσει αποδεικνύεται πως είναι ο νέος σύζυγος της μητέρας του, κάτι που θα επιδεινώσει την ήδη ταραγμένη ψυχολογία του μικρού. Ανάμεσα στο δραματικό και το κωμικό στοιχείο η ταινία καταφέρνει να ισορροπήσει καθώς οι έντονες στιγμές εγκλεισμού σε ένα ανοίκειο δωμάτιο και η αίσθηση του παρείσακτου σε μια ξένη χώρα τις οποίες προσπαθεί να διαχειριστεί ο μικρός εναλλάσσονται με τον γραφικό σύζυγο της μητέρας του αλλά και τα κωμικά απρόοπτα που προκύπτουν απ’ την εναλλαγή οπτικών αλλά και το γλωσσικό κενό ανάμεσα σε δύο σφαίρες πολιτισμικής επιρροής. Μέσα σε ένα πολυπολιτισμικό κλίμα που θυμίζει κάτι από γιορτή, η ταινία σίγουρα καταφέρνει να δώσει μια ευαίσθητη οπτική της κατάστασης που επικρατούσε στην Ελλάδα το 2004: από τη μια η δύσκολη καθημερινότητα και από την άλλη τα λαμπερά γεγονότα που έρχονται στα σπίτια μέσα από την τηλεόραση. Ωστόσο η απόσταση ανάμεσα στο τότε και το δικό μας σήμερα, στο 2017, έχει σημαδευτεί από ποικίλα γεγονότα, το μεταναστευτικό ρεύμα έχει επισκιαστεί από το προσφυγικό, το χρυσό πυροτέχνημα των Ολυμπιακών αγώνων και της Eurovision έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, κάτι που δεν δίνει ένα επιμύθιο στον θεατή. Παράλληλα οι σκηνές στις οποίες ο μικρός Μίσα προσπαθεί να ξεφύγει από την πραγματικότητα εισερχόμενος σε μια φανταστική κατάσταση αποτέλεσαν μια παραφωνία στο κατά τ’ άλλα ρεαλιστικό και λιτό αισθητικά κλίμα της ταινίας. Στα πολύ θετικά του Γιού της Σοφίας συγκαταλέγεται η ερμηνεία του Θανάση Παπαγεωργίου ως κύριου Νίκου αλλά και οι καλογραμμένοι διάλογοι.

Έφη Παλιοτζήκα