Συνέντευξη στον Κώστα Καρδερίνη
Στη Νέα Σκηνή του Θεάτρου Αθήναιον (Β. Όλγας 35, τηλ. 2310832060) ανεβαίνει από την ερχόμενη Παρασκευή, 9 τρέχοντος, η κωμωδία Ψάρι στα χείλη του Βασίλη Τσικάρα, σε δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία του Αχιλλέα Ψαλτόπουλου, μιας ήρεμης δύναμης της Βόρειας Ελλάδας. Ο σκηνοθέτης τη χαρακτηρίζει “ένα αντιμιούζικαλ με ευρωπαϊκό αέρα” κι εμείς μιλήσαμε μαζί του για να μας τα εξηγήσει όλ’ αυτά καλύτερα.
Συνήθως ανεβάζετε έργα καταξιωμένων συγγραφέων. Ξεκινήσατε το 1985 με τον Μπέκετ και είδαμε ως τώρα Άλμπι, Πίντερ, Μαριβώ, Όσκαρ Ουάιλντ και πολλούς άλλους. Εδώ επιλέξατε το έργο ενός νέου Έλληνα συγγραφέα και μάλιστα πρωτοεμφανιζόμενου. Πώς συνέβη αυτό;
Το καλοκαίρι είχα παρουσιάσει το έργο Μετά τη βροχή του καταλανού Σερτζί Μπελμπέλ. Το παρακολούθησε ο Βασίλης που έγραψε το Ψάρι στα χείλη, ενθουσιάστηκε με το ανέβασμα και, ξέροντας και παλιότερες δουλειές μου, μού ζήτησε να συναντηθούμε. Μου έδωσε το δικό του θεατρικό, εγώ είμαι πάντα επιφυλακτικός γιατί αρκετοί μου προτείνουν πράματα που δεν μ’ ενδιαφέρουν, το διάβασα και κατάλαβα ότι έχει κάτι… παρόλο που σε αρκετά σημεία ήθελε βελτίωση και επιπρόσθετη επεξεργασία για να ξεκαθαρίσει θεματολογικά.
Ερχόταν σαν μια φυσική συνέχεια της Εύθραυστης ισορροπίας του Έντουαρντ Άλμπι, έργο που σκηνοθέτησα στις αρχές του 2011. Κι εδώ έχουμε τη σχέση ενός ζευγαριού, την εισβολή ξένων επισκεπτών που τη δυναμιτίζουν… μια συγγενή τέλος πάντων θεματολογία. Σκέφτηκα ότι θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε το θέμα από άλλη σκοπιά. Δέχτηκα να το αναλάβω με την προϋπόθεση ότι θα ξαναδουλευτεί σε ορισμένα σημεία. Δέχτηκε ο Βασίλης, δουλέψαμε μαζί και… θα δείτε το αποτέλεσμα.
Από τις πρώτες πρόβες με τους ηθοποιούς της θεατρικής ομάδας “Άρατος” τους εξήγησα ότι δεν σκέφτονται ελληνική, αλλά σύγχρονη ευρωπαϊκή κωμωδία. Δε μ’ ενδιαφέρουν βωμολοχίες, αστειάκια με το κοινό και πράγματα που με απωθούν από τη λεγόμενη ελληνική θεατρική κωμωδία. Λίγο τους δυσκόλεψε αυτό, γιατί αυτόματα φαντάζονται τηλεοπτικές σειρές, σαπουνόπερες, παλιό ελληνικό κινηματογράφο. Οπότε, για να ξεφύγουμε απ’ αυτό, καταναλώσαμε αρκετό χρόνο.
Η υπόθεση μού θύμισε το “Χριστουγεννιάτικο Παραμύθι” (A Christmas Carol)…
Μα πατάμε εκεί επάνω, γι’ αυτό και κάνουμε πρεμιέρα στις γιορτές. Δεν είναι όμως μόνο Ντίκενς, επεμβάσεις από μηχανής θεών έχουμε από το αρχαίο θέατρο ακόμη. Στον “Καλό άνθρωπο του Σετσουάν” του Μπρεχτ τρεις θεοί έρχονται κι αλλάζουν όλη τη δομή της ηρωίδας. Ο Στρίντμπεργκ στο “Ένα Ονειρόδραμα” θέλει την κόρη του Θεού να κατεβαίνει στη γη για ν’ αποφασίσει αν πρέπει να καταστρέψει ή όχι την ανθρωπότητα. Είναι ένα εύρημα, η εισβολή του μεταφυσικού μέσα στο πραγματικό, που σου δίνει τη δυνατότητα να πεις και να δείξεις πράγματα που δύσκολα φαίνονται.
Ήταν ένα στοίχημα τεράστιο σκηνοθετικά. Στράφηκα περισσότερο στην ψυχοκωμωδία, σκεπτόμενος τα διδάγματα του Μελ Μπρουκς, του Μολιέρου, του Πιραντέλο. Έχουμε μεν τρεις επισκέπτες, αλλά είναι αυτοσατιριζόμενοι και υπερβολικοί, είναι σαφώς πολύ γοητευτικοί, κουβαλάνε ακόμη και στα κοστούμια τους αναμνήσεις από το παρελθόν, στα λογοπαίγνια και στον τρόπο που συμπεριφέρονται και κινούνται, αφού έχουν δημιουργηθεί από τότε που φτιάχτηκε κι ο Κόσμος. Υπάρχει κι ένα κομβικό σημείο πολύ σημαντικό όπου μιλάνε για τον χρόνο. Κι εκεί γίνεται ένα εξαιρετικό χορευτικό και χρησιμοποιούμε μάσκες…
Η μουσική είναι ροκ και νοσταλγική. Κραουνάκης, Μπάουι, Πρίσλεϊ, James, Pink Floyd…
Καταρχήν ευχαριστώ θερμά τον Σταμάτη Κραουνάκη για την παραχώρηση του τραγουδιού “Το χρώμα του φεγγαριού”, που ακούγεται στην αρχή της παράστασης, αλλά και κάπου αλλού… όπου έχει μεγάλη δραματουργική σημασία. Από κει και μετά με ενδιέφερε πάρα πολύ η μνήμη. Είναι άλλωστε ένα από τα δικά μου ζητήματα που με απασχολεί σχεδόν σε όλα τα έργα που επιλέγω. Είναι πάγια η θέση μου: άνθρωποι χωρίς μνήμη είναι άνθρωποι χωρίς ιστορία και χωρίς μέλλον κατά συνέπεια. Δε μπορώ να παραγράφω ό,τι δε με βολεύει (από την ιστορία).
Εδώ λοιπόν γίνεται ένα παιχνίδι με τη μνήμη πολύ έντονο. Αυτό πριμοδοτεί αναγκαστικά πράγματα που έρχονται από το παρελθόν. Ας πούμε Στράους ή Πρίσλεϊ. Αλλά έχουμε και James και στο φινάλε κλείνουμε με το “Dark Side of the Moon”.
Τα νέα μίντια τι ρόλο παίζουν στην παράσταση; Πώς υλοποιείται αυτό οπτικά;
Για μένα παίζουν ρόλο πάρα πολύ σημαντικό. Από την εποχή που ανέβασα τη “Συλλογή” (The Collection) του Χάρολντ Πίντερ, την πρώτη ουσιαστικά ώριμη σκηνοθετική μου δουλειά, με ενδιέφερε αυτή η μείξη των στοιχείων. Κι εκεί υπήρχαν βίντεο, όταν κανείς δεν είχε σκεφτεί να τα χρησιμοποιήσει ακόμη σε παράσταση. Με ενδιέφερε από τότε η αλληλοεπικάλυψη των μέσων και πάντοτε τη χρησιμοποιώ όταν υπάρχει δυνατότητα και αναγκαιότητα. Στο “Κενό. Κοινό. Καινό” (Καινό είναι ό,τι καλύπτει ένα τεράστιο Κενό που νιώθει ένα πολυπληθές Κοινό) όλο το έργο ήταν ένα πολυμεσικό κόνσεπτ, δεν μπορούσε να λειτουργήσει αλλιώς.
Εδώ υπάρχει κάποιο θέμα που προβάλλεται πίσω τους, αλλά δεν είναι ακριβώς η ανάμνηση (την ανάμνηση τη βιώνουμε λάιβ). Είναι η ατμόσφαιρα της ανάμνησης που έρχεται… ή το σχόλιο πάνω στην ανάμνηση, το οποίο εικονογραφείται στο βίντεο. Αλλά καθόλη τη διάρκεια της παράστασης λειτουργεί το βίντεο, το οποίο, σε στιγμές, δημιουργεί μαγικές εικόνες. Είναι ένας τόπος ου-τόπος. Γιατί πολλά απ’ αυτά τα νυχτερινά τοπία που προβάλλονται είναι εντελώς εξωπραγματικά. Διπλά φεγγάρια, λίμνες από άλλους πλανήτες… Γι’ αυτό και όλο το σκηνικό της παράστασης κινείται προς… το μαύρο με… Σβαρόφσκι. Είναι η αίσθηση μιας νύχτας που περιγράφει τη νύχτα του Σύμπαντος κι όχι ένα συγκεκριμένο χώρο. Κι αυτό ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί: ν’ απογειώσουμε ένα σκηνικό και να μοιάζει σαν αστρόπλοιο.
Σας ευχόμαστε καλά κοσμικά ταξίδια, λοιπόν!