Σκηνοθεσία: Ροντρίγκο Γκαρσία
Παίζουν: Γκλεν Κλόουζ, Μία Γουασίκοβσκα, Τζάνετ Μακ Τιρ, Μπρένταν Γκλίσον, Άαρον Τζόνσον, Πολίν Κόλινς, Φιλίντα Λο, Τζόναθαν Ρις Μέγιερς
Διάρκεια: 113’
Αξιολόγηση: ****
Η ιστορία του Άλμπερτ Νομπς, αυτού του άντρα που δεν ήταν άντρας και ας είχε αντρικό όνομα, είναι μια χαμηλόφωνη ταινία, μια ιστορία δυστυχίας, απώθησης, θλίψης βαθιάς και καταπίεσης. Άλλωστε, έτσι είναι αυτές οι ιστορίες στην πραγματικότητα. Δεν είναι ηρωικές – είναι μπανάλ, συμβαίνουν, σβήνουν, χάνονται και σπάνια κάποιος το μαθαίνει.
Στα τέλη του 19ου αιώνα και στο φτωχό Δουβλίνο, σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο εργάζεται ως σερβιτόρος ένας σχεδόν νεκρικά ήσυχος και σιωπηλός άντρας. Στην πορεία θα μάθουμε, πως πίσω από τα αντρικά ρούχα κρύβεται το σώμα μιας γυναίκας που από μικρή ηλικία απαρνήθηκε την εύλογη γυναικεία της ταυτότητα. Δεν είναι και τόσο παράξενο. Σε σκληρά πατριαρχικές και εκμεταλλευτικές κοινωνίες αυτό αποτελεί μια εξίσου εύλογη στρατηγική επιβίωσης. Βιασμένη ομαδικά στην εφηβεία και με το φάσμα του πτωχοκομείου να επικρέμεται, η «Άλμπερτ» φορά αντρικά ρούχα και γίνεται ο «Άλμπερτ» ώστε να επιβιώσει.
Τελικά δεν είναι η μόνη γυναίκα – ως-άντρας της ταινίας. Υπάρχει και άλλη, και η συνάντησή τους θα κινήσει την τραγική πλοκή και θα ξεδιπλώσει ριζικούς προβληματισμούς για τα πολιτικά των κοινωνικών τάξεων και του φύλου ως κοινωνικής κατασκευής.
Το ξενοδοχείο θα αποτελέσει το αφηγηματικό αλλά και συμβολικό επίκεντρο της ταινίας. Οι σερβιτόροι και οι υπηρέτριες μοιάζουν με νεκρές φύσεις ανάμεσα στο βαρύτιμο διάκοσμό του. Οι υποτελείς τάξεις, ακίνητες, κρατούνε ένα δίσκο, κρατάνε την ανάσα τους αναμένοντας να ικανοποιήσουν τα γούστα και τις ιδιοτροπίες των πελατών. Και ύστερα, εμφανίζονται οι αστείοι αστοί. Ζωντανεύουν το χώρο με τις ανοησίες και τον πανσεξουαλισμό τους. Έχουνε – ανάμεσα σε άλλα – και το προνόμιο της επιθυμίας.
Αυτό ακριβώς είναι που έχει χάσει ο Άλμπερτ. Η εξαθλίωση ορίζει το εύρος του τι μπορεί να ξεπουληθεί και ο Άλμπερτ έχει πουλήσει την ίδια την επιθυμία ώστε να επιβιώσει. Όταν τα βράδια κλείνεται στο δωμάτιό του, άδικα θα περιμένουμε να δούμε την εμφάνιση της «κρυμμένης γυναίκας» ή τον εορτασμό του «καινούριου άντρα». Το μόνο που θα δούμε είναι να σκύβει στο πάτωμα και να μετρά τις πενιχρές πένες που μαζεύει και που ορίζουν την απόσταση που τον χωρίζει από το πτωχοκομείο.
Ανέκφραστος και κέρινος φαντάζει απωθητικός σε εμάς τους θεατές. Είναι ένα παράξενο πλάσμα, και ανοίκειο. Και αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο επίτευγμα της σκηνοθεσίας, καθώς δε θα ήταν δυνατό εμείς οι θεατές να έχουμε έτοιμες και πρόχειρες τις έννοιες με τις οποίες θα χαρτογραφήσουμε αυτό που η ίδια η κοινωνία το ωθεί έξω από τις παραδεδομένες εκδοχές της.
Και ωστόσο πάλι, λεπτό με το λεπτό που περνάει, νιώθουμε το δράμα αυτού του ανθρώπου που μετατρέπεται σε ένα κενό σημείο μιας μηχανιστικής ζωής και κοινωνίας, σε μία τρύπα που τον απορροφά αύτανδρο εκλύοντας δυστυχία.
Σταδιακά η ταινία θα ξεδιπλώσει δίπολα σεξουαλικών και έμφυλων συσχετίσεων, καθώς οι βασικοί της χαρακτήρες θα συνδέονται. Θα ψηλαφήσει τη διαδρομή από το φύλο ως απόρροια της βιολογικής μας υπόστασης έως το φύλο ως κοινωνικό ή και επιτελεστικό κατασκεύασμα.
Σε κάποια σκηνή, οι δυο γυναίκες-ως-άντρες θα βρεθούν στην ακρογιαλιά, δηλαδή στη «φύση», φορώντας φορέματα. Στη διαδρομή οι άντρες με την ίδια φυσικότητα που πρώτα χαιρετούσαν ένα κουστούμι τώρα θα χαιρετούν ένα φόρεμα. Και μπροστά στη θάλασσα, τα πλάσματα αυτά που έπαιξαν λόγω τραγικότητας με ό,τι φαντάζει φυσικό, θα αναδείξουν τη σχετικότητά του.
Η ταινία φέρει πλούσια σημειολογία και διανοίγει το νόημά της προς πολλές κατευθύνσεις. Είναι μια μελέτη του πως ο σιδηρούν νόμος της οικονομίας παίρνει το πάνω χέρι και συνθλίβει ό,τι νοείται ως επιθυμία.
Στο τέλος της, τα κέρματα του Άλμπερτ, τα μοναδικά ίχνη πως κάποτε υπήρξε, θα χρησιμοποιηθούν για την ανακαίνιση του ξενοδοχείου, για τη συνέχιση των σχέσεων υπηρεσίας και υποτέλειας, για τη διαιώνιση των κενών σημείων. Ένα εξώγαμο παιδί θα γεννηθεί με την άθλια μοίρα του γραμμένη ήδη από την κύησή του. Και δυο ευάλωτα και ισχυρά, ταυτόχρονα, άτομα με γυναικείο σώμα θα συγκλίνουν σε μια φεμινιστική προεικόνιση του επόμενου αιώνα.
Όσο για εμάς, ας φανταστούμε ολόκληρο τον κόσμο μας ως ξενοδοχείο. Τα κλειδιά τα κρατά αυτό-που-λένε-εκμετάλλευση, και αυτή μοιράζει τα δωμάτια και τους ορόφους. Κάνει εξώσεις και αφήνει άστεγους, κάνει παιδιά να πεθαίνουν ως εργάτες στην Ασία, ανθρώπους να πεθαίνουν ως υλικό στο εμπόριο των οργάνων, ανθρώπους να πεθαίνουν στα σύνορα ως περιττά όντα που αποκαλούνται λαθρομετανάστες. Και κάνει κάποιους άλλους να αγοράζουνε ταυτότητες μαζί με στάμπες στα μπλουζάκια.
Δημήτρης Δρένος