Καφετζόπουλος

Αντώνης Καφετζόπουλος: Η Ομίχλη έχει παγώσει με το βήμα μετέωρο

Συνέντευξη στον Κώστα Καρδερίνη

Καφετζόπουλος

Πολυτάλαντος και πολυμήχανος άνθρωπος, θλίβεται βαθιά για τον «Άδικο κόσμο» που μας κυκλώνει κάθε μέρα και πιο ασφυκτικά, αλλά δεν παραδίδεται και δεν συν(η)θηκολογεί. Τον συνάντησα Δεκέμβρη στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τόνε ρώτησα για τις πόλεις, τους ανθρώπους και τα έργα τους…

Τι σχέση έχει ο Αντώνης Καφετζόπουλος με τη Θεσσαλονίκη;
Ήμουνα φοιτητής εδώ από το 1969. Σπούδαζα κάτι Οικονομικά της συμφοράς. Τα παράτησα γύρω στο 1971-72. Ενώ έχω δουλέψει πολύ στη Θεσσαλονίκη κι έρχομαι αδιαλείπτως, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Το 2011 ήταν η πρώτη φορά που έκανα γυρίσματα ταινίας. Το αστείο είναι ότι αυτή η ταινία είναι αλβανική. Για την ακρίβεια είναι μια αλβανο-ρουμανο-γαλλο-ελληνική παραγωγή – έτσι θα είναι πια οι ταινίες στο μέλλον. Το συνεργείο ήταν επίσης τουρλού-τουρλού. Λέγεται «Agon» (που θα πει Αυγή).

Ο Καφετζόπουλος και η τεχνολογία. Ξεκινά με το «Εύρηκα» ή παλιότερα;
Είναι παλιά σχέση. Μ’ αρέσουν τα μπλιμπλίκια αλλά δεν είναι αυτό η τρέλα μου. Πιο πολύ μου αρέσει αυτό που γίνεται στο «Εύρηκα», το να προσπαθεί κανείς να δει την πραγματικότητα, τα μεγάλα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα μέσα από μια σκοπιά μετρήσιμη κι επιστημονική.

Πώς έγινε ο νουάρ «Άδικος κόσμος» μετά την πιο γελαστική «Ακαδημία Πλάτωνος»;
Με τον Τσίτο ταιριάξαμε κάπως μετά την «Ακαδημία…». Ο «Άδικος κόσμος» ήταν ένα γερμανικό σενάριο γραμμένο για εκεί, αλλά αποφάσισε μετά την «Ακαδημία Πλάτωνος» ότι προτιμάει να το γυρίσει στην Ελλάδα με μένα στο ρόλο του αστυνόμου κι όχι έναν Γερμανό. Είναι απ’ αυτά τα μοιραία που συμβαίνουν. Ως άνθρωπος ο Φίλιππος με κάνει καλύτερο ηθοποιό κι εγώ παίζοντας κάνω τις ταινίες του καλύτερες. Είναι αμοιβαίο κι έτσι αισθανόμαστε.

Πώς ήταν η συνεργασία με τους υπόλοιπους ηθοποιούς; Είστε παρέα;
Μπα, όχι. Με τη Ρούλα (σσ: Θεοδώρα Τζήμου) πρώτη φορά δουλέψαμε άλλα ήταν ήδη ψηλά στην εκτίμησή μας. Με τον Χρήστο (σσ: Στέργιογλου) γνωριζόμαστε χιλιάδες χρόνια (από το ’79-’80), μα δεν είχαμε δουλέψει ποτέ μαζί. Ο Νικατσάς είναι απλά ο Νικατσάς.

Πες και λίγα λόγια για το επερχόμενο «Poker Face» του Δήμα.
Είναι σενάριο της Άσπας Καλλιάνη. Μια ερωτική ιστορία ανάμεσα στους χαρακτήρες του Αδιάβροχου (Άλκης Κούρκουλος) και της Νίκης (Εύη Σαουλίδου). Εγώ κάνω τον μπαμπά της Εύης-Νίκης. Επιτέλους ήρθε η εποχή που κάνω τους μπαμπάδες κι είμαι πολύ ευχαριστημένος γι’ αυτό. Και στην αλβανική ταινία «Agon» είμαι ο πατέρας της Ιζαμπέλλας Κογεβίνα. Το μπαμπαδιλίκι μού είναι πολύ ευχάριστο.

Το καστ του Δήμα είναι εξαιρετικό. Στους δεύτερους ρόλους είμαστε όλοι ένας κι ένας, ηθοποιοί που πρωταγωνιστούμε σε ταινίες – και δε μιλώ για την τηλεόραση, λέω για σινεμά. Ξανασυναντηθήκαμε με τον Δημήτρη Πιατά μετά από τα «Δυο αυγά», από τότε είχαμε. Με τον Γιάννη Μποστατζόγλου δουλέψαμε αρκετές φορές. Με τον Πυρπασόπουλο πολύ λίγο. Ο Κούρκουλος έχει πολύ καιρό να κάνει ταινία.

Η ιστορία με τους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη που βρίσκεται;
Η Ομίχλη έχει παγώσει με το βήμα μετέωρο από τη στιγμή που έγινε το καινούργιο νομοσχέδιο. Το μεγάλο θέμα όταν ξεκινήσαμε ήταν να καταργηθεί ο προηγούμενος νόμος, να αλλάξουν οι όροι χρηματοδότησης, να περάσει το tax shelter. Λίγο-πολύ έγιναν αυτά. Κάποια έγιναν και με πολύ καλά αποτελέσματα. Και μετά ενέσκηψε η κρίση όπου όλα αυτά κατέληξαν ένα κομμάτι χαρτί. Γιατί άνθρωποι δεν υπάρχουν να εκμεταλλευτούν τις φορολογικές διευκολύνσεις και να επενδύσουν στην ταινία σου όπως προβλέπει ο νόμος, το Κέντρο Κινηματογράφου έχει λαμβάνειν επιστροφές φόρου 4,5 εκατομμυρίων από το ΦΠΑ, έχει να πάρει και τις τακτικές του επιχορηγήσεις (που δεν τις παίρνει). Είμαστε όλοι σε μια βάρκα με σχισμένα πανιά. Φτιάξαμε τη βάρκα αλλά ξαφνικά χάλασε τόσο πολύ ο καιρός που γίνανε όλα μαντάρα.

Επανέρχομαι στον «Άδικο κόσμο». Πιστεύετε ότι για να πιάσει κάτι στην Ελλάδα πρέπει να βγει έξω να βραβευτεί για να επιστρέψει;
Βοηθάει αλλά δεν μπορώ να είμαι απόλυτος. Πολλοί από μας που ασχολούμαστε με τις τέχνες στην Ελλάδα έχουμε κάνει μια αποκλειστικά ελληνική πορεία. Αν για τον Φίλιππο και τους νέους κινηματογραφιστές παίζει πολύ μεγάλο ρόλο να πάνε έξω, για μένα δεν μπορώ να πω το ίδιο. Επί 32 χρόνια εδώ δουλεύω, εδώ με ξέρουνε.

Η μεγάλη ικανοποίηση όταν πηγαίνεις έξω και διακρίνεσαι, είτε πάρεις το βραβείο είτε σου πουν απλά μπράβο, είναι ότι στο λένε άνθρωποι που δεν τους ήξερες δέκα λεπτά πριν αρχίσει η ταινία και μερικές ώρες μετά θα ξεχάσουν και τ’ όνομά σου γιατί είναι και αρκετά δύσκολο ως όνομα. Είναι λοιπόν πολύ σπουδαίο να λένε ότι ξεχωρίζουν αυτόν που δεν μπορούν καν να πουν το όνομά του και του δίνουν φέτος το βραβείο.

Όταν μάλιστα είναι κι άνθρωποι που εκτιμάς, ένα παραπάνω. Φέτος η επιτροπή στο Σαν Σεμπαστιάν είχε πρόεδρο την Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, μια ηθοποιό που πάντα γούσταρα να βλέπω. Μεταξύ αστείου – σοβαρού έλεγα ότι αφού είναι η Φράνσις επικεφαλής έχουμε ελπίδες για βραβεία. Ομολογώ ότι τό ‘λεγα ως αστείο αλλά κάπου το πίστευα κιόλας. Πίστευα ότι θα της αρέσουμε κι έτσι έγινε.

Αυτό το νέο σινεμά (Λάνθιμος – Οικονομίδης – Τσαγγάρη – Αναστόπουλος) πώς το βλέπετε;
Είναι πολύ καλό. Και δεν είναι μόνο αυτοί. Είναι ο Σύλλας Τζουμέρκας (του «Χώρα προέλευσης»), ο Πάνος Κούτρας (των «Στρέλλα», «Γιγαντιαίος Μουσακάς»), ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος (του «Wasted Youth»). Φέτος είναι ο Μπάμπης Μακρίδης που πήγε με το «L» στο διαγωνιστικό του Σάντανς, μια πολύ μεγάλη διάκριση, πολύ δύσκολο να φτάσεις εκεί. Κάθε χρόνο ξεπετιέται ένα παιδί κι όλοι είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους. Ο Κούτρας με τον Λάνθιμο ουδεμία σχέση.