Ελένη του μεγάλου μας ποιητή Γιάννη Ρίτσου σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη παρουσιάζει το Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ

“Ελένη” κριτική της Δελίνας Βασιλειάδη

Ελένη του μεγάλου μας ποιητή Γιάννη Ρίτσου σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη παρουσιάζει το Θέατρο ΑΥΛΑΙΑΤην εξαιρετική παράσταση Ελένη του μεγάλου μας ποιητή Γιάννη Ρίτσου σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη παρουσιάζει το Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ για λίγες μόνο παραστάσεις, μέχρι την Κυριακή 26 Μαρτίου κάθε μέρα στις 21:00.

Η Ελένη, η Ωραία Ελένη, που έγινε αιτία ενός τρομερού πολύνεκρου πολέμου, αποστασιοποιημένη πλέον από όλα όσα ήταν κάποτε σημαντικά, από όλα όσα κάποτε κάποιοι, ενδεχομένως και η ίδια, τα θεωρούσαν σημαντικά –αλλά τελικά ίσως να μην ήταν ποτέ σημαντικά-, μιλά σε κάποιον ακροατή, φανταστικό, αληθινό, ζωντανό μα και νεκρό, μιλά σε εμάς, μιλά στον ίδιο τον εαυτό της και θυμάται, αναπολεί, σκέφτεται μεγαλόφωνα. Μιλά για τη ζωή της, χωρίς θλίψη ή ένταση. Είναι πια ψύχραιμη. Τίποτα δε μπορεί πλέον να την αγγίξει. Ζει μέσα σε ένα σπίτι, σε ένα παλάτι, σε ένα κάστρο, σε έναν τόπο άτοπο, σε έναν χρόνο άχρονο, μόνη με τις υπηρέτριες που τη μισούν και τη λοιδορούν, μόνη με τους νεκρούς που πάντα βρίσκονται εκεί και κινούνται, χτυπούν στους τοίχους και τα ταβάνια, δρουν, περπατούν, είναι εκεί κι ας μην τους συμπαθεί πια κανείς. Θυμάται ονόματα σημαντικά απ’ ανθρώπους που κάποτε ήξερε, που κάποτε αγαπούσε. Θυμάται ονόματα, τα εκτοξεύει λεκτικά απ’ το στόμα της με δύναμη, χωρίς ένταση. Θυμάται. Θυμάται; Τι απ’ όλα αυτά έχει πια σημασία; Ποιο από όλα αυτά τα Ελένη του μεγάλου μας ποιητή Γιάννη Ρίτσου σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη παρουσιάζει το Θέατρο ΑΥΛΑΙΑονόματα; Τα φοβερά, τα τρομερά, τα φρικτά μεγάλα εγκλήματα που κάποτε έγιναν, ο φόνος του Αγαμέμνονα, η σφαγή της Κλυταιμνήστρας, έχουν πια ξεθωριάσει μέσα στο χρόνο. Μόνο κάποιες μικρές φαινομενικά ανούσιες στιγμές έχουν πεισματικά γαντζωθεί εκεί και αρνούνται να εξαφανιστούν απ’ τη μνήμη. Η Ελένη κινείται αργά, σχεδόν δεν ακουμπάνε στο πάτωμα τα γυμνά της πόδια. Ακούει τα πάντα. Βλέπει τα πάντα. Δε ζητά τίποτα. Δε θέλει να ξέρουν πως ξέρει τα πάντα. Αλλά είναι εκεί. Πάντα. Περιμένει. Ξέρει πως ο χρόνος περνά. Αλλά μονάχα για τους άλλους. Η ίδια είναι πάντα όμορφη. Πάντα αθάνατη. Το θαύμα. Το γνωρίζει καλά. Δεν την αγγίζει τίποτα επίγειο. Όλοι θα σβήσουν μια μέρα. Θα πεθάνουν. Κι εκείνη θα είναι ακόμα εκεί. Όμορφη και αθάνατη. Κι αυτό θα είναι η καλύτερη εκδίκηση, σκέφτεται. Η Ελένη δε φοβάται. Δε φοβήθηκε. Γιατί γνώριζε ποια είναι. Ποιος είναι ο τόπος της. Τι της ανήκει. Δε φοβήθηκε όταν αυτόβουλα στάθηκε επάνω στα Τείχη της Τροίας, ενώ μαινόταν μάχες έξω απ’ αυτά. Δε φοβήθηκε όταν στάθηκε εκεί μόνη, ελεύθερη, αγέρωχη, απροστάτευτη, εκτεθειμένη. Δε φοβήθηκε μην την σκοτώσουν οι τοξότες από οποιαδήποτε πλευρά, Έλληνες ή Τρώες. Κρατώντας λευκά λουλούδια ήξερε τη δύναμή της. Ήξερε και γι’ αυτό δε φοβήθηκε. Η Ελένη έζησε το απόλυτο. Και είναι ακόμη εδώ για να το πει. Να μας το εκμυστηρευτεί. Δίχως φόβο ή ψεύτικη σεμνότητα. Η Ελένη είναι πια εντελώς απελευθερωμένη. Συνειδητοποιημένη και ελεύθερη.

Συγκλονιστική η ερμηνεία της Βερόνικας Αργέντζη. Εξαιρετικό το σκηνικό που επιμελήθηκε ο σκηνοθέτης με τα υφάσματα σε κομμάτια να κρέμονται απ’ το ταβάνι. Ποιος είναι αυτός ο χώρος; Είναι ναός, όλα αυτά είναι κίονες; Είναι τοίχοι; Είναι οι περίπλοκες διαδρομές ενός μυαλού; Μήπως είναι οι νεκροί για τους οποίους μιλά η Ελένη; Το πολύ ωραίο λευκό ένδυμα της Ελένης επιμελήθηκε ο Αριστείδης Πατσόγλου.

Δελίνα Βασιλειάδη