Όταν μια νεαρή κοπέλα βρίσκεται μέσα στο βράδυ νεκρή να επιπλέει στο ποτάμι, κάποιοι σπεύδουν να ενημερώσουν την οικογένειά της για το τραγικό γεγονός.
Μια πειραματική προσέγγιση του εξαιρετικού θεατρικού Εσωτερικό του βραβευμένου με Νόμπελ Λογοτεχνίας Βέλγου δραματουργού Μορίς Μέτερλινκ παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Κώστα Conie Ισαακίδη και μετάφραση Δημήτρη Δημητριάδη στο χώρο C. For Circus (Συγγρού 19, 4ος όροφος, τηλ. 6936754534)… Πρόκειται για ένα έργο βαθιά συμβολικό, όπου ο άνθρωπος, ανίσχυρος απέναντι στη μοίρα, το Θεό, το θάνατο, βιώνει την καθημερινότητά του περιμένοντας υπομονετικά και σχεδόν αποστασιοποιημένα το μέλλον, το άγνωστο. Στη σκηνή κυριαρχεί ο θάνατος, ο θάνατος μιας νέας γυναίκας για τον οποίο κανείς δεν φέρει ευθύνη και κανείς δεν είχε τη δύναμη να τον αποτρέψει (ίσως εκτός από την ίδια;)…
Αλλά κυριαρχεί ταυτόχρονα και η ευτυχία της οικογένειας, που ακόμα δεν έχει επίγνωση του τραγικού γεγονότος. Οι γονείς και οι αδελφές της νεκρής συνεχίζουν κανονικά τη ζωή και τις ασχολίες τους μέσα στην ασφάλεια του σπιτιού τους, μιλούν μεταξύ τους, γελούν, δίχως να φαντάζονται ότι από στιγμή σε στιγμή η πραγματικότητα θα τους χτυπήσει την πόρτα και η ζωή τους θα αλλάξει μεμιάς για πάντα, καθώς έξω από το σπίτι τους ήδη έχουν φτάσει οι άνθρωποι που βρήκαν τη νεκρή κόρη και ετοιμάζονται να τους ανακοινώσουν το θλιβερό νέο. Οι γονείς και οι αδελφές της νεκρής είναι εντελώς ανυπεράσπιστοι και αδύναμοι -όπως κάθε άνθρωπος- απέναντι στο πεπρωμένο. Πλέον, η ευτυχία τους, μια ευτυχία που βασίζεται πια μόνο στην άγνοια της αλήθειας, εξαρτάται απόλυτα από κάποιους άλλους, οι οποίοι έτυχε απλά να είναι εκείνοι που ανακάλυψαν τη νεκρή.
Τεμαχισμένη η σκηνή σε δύο μέρη. Στο χώρο του σπιτιού της οικογένειας της νεκρής, το χώρο της ευτυχίας, και στο χώρο που περιβάλλει το σπίτι, το χώρο της γνώσης του θανάτου, όπου κινούνται, δρουν και μιλούν οι άνθρωποι που ανέλαβαν την ευθύνη να ενημερώσουν τους γονείς και τις αδελφές της νέας γυναίκας για το χαμό της. Τεμαχισμένοι και οι άνθρωποι-αγγελιοφόροι της θλιβερής είδησης. Οι ρόλοι του ξένου και του γέρου ερμηνεύονται όχι από δύο αλλά από τέσσερις ηθοποιούς, οι οποίοι βρίσκονται και δρουν ταυτόχρονα στη σκηνή. Στο τέλος του έργου τεμαχισμένο είναι και το ίδιο το σπίτι της οικογένειας, το οποίο διαλύεται, σπάει σε πολλά κομμάτια, όπως ακριβώς έσπασε η ευτυχία της οικογένειας, αλλά και η ζωή της κοπέλας.
Ο σκηνοθέτης επέλεξε ο κάθε ηθοποιός να είναι ταυτόχρονα και μια μαριονέτα και ο χειριστής της μαριονέτας – ο Μέτερλινκ είχε γράψει το Εσωτερικό αρχικά ως έργο για μαριονέτες. Όλοι κρατούν στα χέρια τους σκοινιά με τα οποία έχουν δεμένα τα πόδια τους, και, χρησιμοποιώντας αυτά τα σκοινιά, δίνουν με τα χέρια, ουσιαστικά, τις απαραίτητες οδηγίες στα πόδια και το σώμα τους προκειμένου να κινηθούν. Αν και στο κείμενο του Μέτερλινκ τα πρόσωπα της άτυχης οικογένειας είναι εντελώς βουβά και μένουν διαρκώς μέσα στο σπίτι, στη συγκεκριμένη παράσταση παρουσιάζονται εμβόλιμες σκηνές από τη ζωή της οικογένειας πριν από το θάνατο της κόρης, ενώ παράλληλα οι γονείς και τα αδέλφια της νεκρής μιλούν μια δική τους, εντελώς ακαταλαβίστικη, άγνωστη γλώσσα. Την ίδια γλώσσα μιλά και η νεκρή, η οποία εμφανίζεται και είναι παρούσα σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του έργου. Το άσπρο χρώμα κυριαρχεί στο εξωτερικό του σπιτιού, με όλους τους ανθρώπους που παρατηρούν την ευτυχία της οικογένειας μέσα από τα κλειστά παράθυρα να είναι ντυμένοι στα ολόλευκα, τη στιγμή που στο εσωτερικό του σπιτιού τα πράγματα και τα υφάσματα είναι χρωματιστά, η κούνια του βρέφους πράσινη, τα ρούχα της μητέρας και των κοριτσιών κόκκινα. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια του έργου η πολύ όμορφη φωνή της Νατάσας Ρουστάνη συνοδεύει τη δράση. Παίζουν οι Όλγα Βεζερτζή, Παναγιώτης Γαβρέλας.
Δελίνα Βασιλειάδη