XYDAKHS

Νίκος Ξυδάκης: Η μουσική δεν είναι μονόχορδη

Συνέντευξη στην Κατερίνα Παπαδοπούλου

XYDAKHS

Για δύο μόνο παραστάσεις, που θα περιλαμβάνουν τραγούδια μιας μακριάς πορείας, παλιά και καινούργια, θα βρεθεί την Παρασκευή 3 και το Σάββατο 4 Φεβρουαρίου ο Νίκος Ξυδάκης στο STAGE στη Θεσσαλονίκη. Γεννημένος στο Κάιρο το 1952 και με καταγωγή από τη Σάμο και την Κάσο, μεταφέρει μέσα του όλα εκείνα τα στοιχεία που του επιτρέπουν να «παντρεύει» μεταξύ τους ήχους και μουσικές, δίνοντας πάντα ένα αποτέλεσμα μοναδικό στο είδος του. Στην παράσταση με τίτλο Σε βάθος δρόμου μακρινού συνεργάζονται και εμφανίζονται για πρώτη φορά μαζί του το Τρίφωνο, η Γεωργία Νταγάκη και το Duo Fina, δηλαδή οι δίδυμοι τενόροι και πιανίστες Τάκης και Γιάννης Φίνας. Το συγκρότημα Τρίφωνο ερμηνεύει με το δικό του χαρακτηριστικό και ιδιαίτερο τρόπο τα αγαπημένα τραγούδια από την Εκδίκηση της Γυφτιάς και τα Δήθεν και η Γεωργία Νταγάκη, μία ξεχωριστή παρουσία, ερμηνεύτρια και δεξιοτέχνης της κρητικής λύρας, παρουσιάζει ερωτικά τραγούδια σε ποίηση Σαπφούς από το δίσκο Γρήγορα η ώρα πέρασε. Οι πόρτες ανοίγουν στις 23:00, η τιμή του εισιτηρίου με ποτό στο μπαρ έχει οριστεί στα 15 ευρώ, ενώ όσοι επιθυμούν να κάνουν κράτηση μπορούν να καλούν από τις 10:00 έως και τις 23:00 στο τηλέφωνο 2310566768.

Κύριε Ξυδάκη, θα ήθελα να αρχίσουμε με την παράσταση. Πόσο «διαφορετική» είναι αυτή η συναυλία;
Η παράσταση είναι πιστό αντίγραφο της παράστασης που δίνουμε στην Αθήνα και παρόντες θα είναι όλοι οι συντελεστές που εμφανίζονται στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Είναι μια διαδρομή από τα πιο παλιά τραγούδια από την Εκδίκηση της Γυφτιάς μέχρι και σήμερα. Γενικότερα, το πρόσθετο στοιχείο κατά κάποιον τρόπο είναι οι συντελεστές, καθώς πρόκειται για μια συνεργασία που γίνεται για πρώτη φορά. Με το Τρίφωνο, την Γεωργία Νταγάκη και το Duo Fina νομίζω ότι ανανεώνεται το υλικό που έχουμε ακούσει όλα αυτά τα χρόνια, άλλοτε με τον Παπάζογλου, άλλοτε με μένα, άλλοτε με την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Έτσι θεωρώ πως δίνεται μια άλλη διάσταση σε αυτή την παράσταση και πιστεύω ότι είναι και αυτό που την χαρακτηρίζει.

Εμφανίζεστε «επισήμως» το 1978 με την «Εκδίκηση της Γυφτιάς» και με «παρέα» τον Νίκο Παπάζογλου και τον Μανώλη Ρασούλη. Μιλήστε μου για αυτές τις συνεργασίες.
Αρχικά αυτά τα τραγούδια μου ήταν τα πρώτα λαϊκά που ηχογραφήθηκαν. Ήταν μια ευαίσθητη εποχή και η συνάντηση και με τους δυο τους νομίζω ότι ήταν καθοριστική. Τους γνώρισα στην Αθήνα, όταν ο Παπάζογλου παρουσίαζε με τον Σαββόπουλο τους Αχαρνής, σε ένα μαγαζί που λεγόταν «Ρήγας». Ήταν ένα θρυλικό υπόγειο στην Πλάκα. Πήγα να δω την παράσταση και από εκεί και πέρα άρχισε μια φιλία -κυρίως με τον Μανώλη Ρασούλη. Τότε, εγώ έγραφα κάποιες μουσικές αλλά ήμουν πολύ συγκρατημένος, δεν το εκδήλωνα. Μέχρι που αρχίσαμε να συζητάμε…

Άρχισε να γίνεται ζύμωση που λέμε…
Ακριβώς. Ήταν και η εποχή τέτοια. Ήταν τα χρόνια μετά τη Δικτατορία, είχαν αρχίσει να υπάρχουν αντιδράσεις, εμείς ήμασταν επηρεασμένοι από τα πολιτικά τραγούδια -ακούγαμε Χατζηδάκι, Θεοδωράκη- και ο κόσμος είχε αρχίσει να ζητάει τα λαϊκά τραγούδια και το ρεμπέτικο. Έτσι μέσα από αυτή τη ζύμωση ανακαλύψαμε τη δυνατότητα να γράφουμε λαϊκά τραγούδια που διέφεραν πάρα πολύ από το σύνηθες της εποχής. Το αποτέλεσμα ήταν η Εκδίκηση της Γυφτιάς. Ένα από τα πρώτα τραγούδια αυτού του κύκλου που γράψαμε με τον Ρασούλη ήταν το Τρελή και αδέσποτη. Σε αυτή τη «συζήτηση» συμμετείχε και ο Σαββόπουλος. Του άρεσαν τα τραγούδια και μας πρότεινε τον Νίκο Παπάζογλου για να τα ερμηνεύσει. Ανεβήκαμε στη Θεσσαλονίκη και κάναμε τις ηχογραφήσεις στο στούντιό του το «Αγροτικόν».

Θα χαρακτηρίζατε εκείνα τα τραγούδια κώδικα επικοινωνίας; Τα «χρησιμοποιούσατε» για να επικοινωνήσετε με τους υπόλοιπους;
Προφανώς. Και μεταξύ μας καμιά φορά λειτουργούσαμε έτσι. Για αυτό και σε διάφορες περιπτώσεις η μουσική ερχόταν σαν μια ανταπάντηση σε έναν στίχο ή ένας στίχος ερχόταν σαν απάντηση σε μια μουσική. Είναι όπως όταν κάποιος λέει ένα σύνθημα και έρχεται ο επόμενος και λέει το παρασύνθημα. Αυτό ήταν ένα ξέσπασμα δημιουργικότητας. Τουλάχιστον για μένα που ήμουν ο νεότερος και δεν είχα βγει στη μουσική μέχρι τότε. Μάλιστα θα έλεγα πως δεν ήταν μια αντίδραση μόνο προς τα έξω αλλά και μια αντίδραση και προς τον ίδιο μου τον εαυτό. Μέχρι εκείνη την εποχή έκανα κλασική μουσική, ονειρευόμουν να γράψω κομμάτια για πιάνο και ασφαλώς ήταν και για μένα τον ίδιο έκπληξη που ξαφνικά μέσα σε αυτό το κλίμα αναπήδησαν τα πρώτα τσιφτετέλια. Βέβαια βιωματικά ήταν κάτι το οποίο το κουβαλούσα μέσα μου. Ήταν ένας κόσμος που το αίσθημά του το περιείχα. Απλώς ήθελε κάποιες αφορμές για να πάρει μια μορφή. Αν λάβετε υπόψη σας ότι είμαι γεννημένος στο Κάιρο καταλαβαίνετε ότι είχα όλα τα χρώματα και τους ήχους. Θέλω να πιστεύω λοιπόν ότι όλα αυτά πήραν μια ευτυχή μορφή στα πρώτα βήματα αυτών των τραγουδιών. Μετά από τα πρώτα αυτά βήματα άρχισα να ανακαλύπτω και άλλα μουσικά τοπία και από εκεί και πέρα άνοιξε ένας ολόκληρος δρόμος μπροστά μου.

Σας αρέσει να «παντρεύετε» ήχους, μουσικές, όργανα, σχεδόν τα πάντα. Πώς το κάνετε αυτό;
Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο ή στρατηγική που ακολουθώ. Μπορεί να είναι και ένα στοιχείο του ίδιου μου του εαυτού ή πολλές φορές και ένα παιχνίδι μεταμορφώσεων το οποίο είναι αναγκαίο για μένα.

Τι εννοείτε με αυτό;
Ας πούμε να υιοθετώ κάποιες ατμόσφαιρες, ένα στιλ, μια άλλη μουσική γλώσσα. Φυσικά, αυτά δικαιώνονται από τη στιγμή που δίνουν ένα αποτέλεσμα που έχει αυθεντικότητα. Είναι όλα όσα έχει κάποιος αγαπήσει, από τι έχει περάσει και πως έχει διαμορφωθεί.

Σας ενδιαφέρει πολύ και ο στίχος. Ποια είναι η σχέση σας με το λόγο;
Ο στίχος είναι ένα στοιχείο που παίζει πρωταρχικό ρόλο. Αν ο στίχος δεν με ενεργοποιήσει μου είναι σχεδόν αδύνατο να ακούσω τη μουσική του. Πρέπει κάτι να μου αρέσει ιδιαίτερα σε αυτό ώστε να με σπρώξει στη μελοποίησή του, για αυτό και οι συνεργασίες μου κατά καιρούς ήταν πάρα πολύ λίγες. Η γλώσσα είναι κάτι που πάντοτε με ενδιέφερε. Ιδιαίτερα η μουσικότητά της. Μου αρέσει το πώς ακούγεται μια λέξη ή μία φράση και τα ερεθίσματα που μου δίνει. Ο λόγος είναι κάτι που με εμπνέει και με ιντριγκάρει.

Υπάρχει κάτι –σε ότι αφορά στη μουσική- το οποίο θα θέλατε να κάνετε και δεν το έχετε κάνει ακόμα;
Αυτό μπορεί να μην είναι απόλυτα προσδιορισμένο. Πάντοτε νομίζεις ότι το τραγούδι που θα ήθελες να γράψεις δεν το έχεις γράψει ακόμα ή ότι με το τελευταίο σου τραγούδι κάτι κατάφερες. Αλλά πάντα κάτι υπολείπεται. Όσο αυτό είναι ζωντανό νομίζω ότι είναι και αυτό που σε σπρώχνει στο να αναζητήσεις ξανά τον καλύτερο τρόπο να δώσεις μορφή στα αισθήματά σου. Τα αισθήματα αυτά όμως με το χρόνο αλλάζουν. Η μουσική είναι σε θέση να εκφράσει μεγάλη γκάμα συναισθημάτων. Δεν είναι μονόχορδη…