Ο Paterson και η Laura ζουν στο Paterson του N.Jersey, μια πόλη βιομηχανική και πολυπολιτισμική – πατρίδα του μοντερνιστή ποιητή William Carlos Williams, που τα ποιήματα του υπήρξαν η έμπνευση για την ταινία. Ο Paterson είναι οδηγός λεωφορείου χωρίς φιλοδοξίες, η Laura εφευρίσκει καθημερινά νέες φιλοδοξίες και όνειρα. Εκείνος, φαινομενικά στατικός, ζει με ικανοποίηση την καθημερινή του ρουτίνα, εκείνη, ενεργητική και κινητική, προσπαθεί να τη διανθίσει με νέες επινοήσεις. Ο Paterson όμως είναι ένας ευαίσθητος παρατηρητής της πόλης του, της καθημερινότητας του, της Laura, του εαυτού του. Παρατηρεί, ακούει, νιώθει, και καθημερινά καταγράφει σε ποιήματα τις έξω και τις μέσα του εικόνες. Τα αντικείμενα, οι στιγμές, τα πρόσωπα, οι τόποι, τα πιο ταπεινά κι ασήμαντα της καθημερινότητας, γίνονται στίχοι, που η Laura λατρεύει ν’ ακούει….. Του χαρίζει απλόχερα τον θαυμασμό της, αλλά κι εκείνος υιοθετεί πρόθυμα όλα της τα όνειρα, ακόμη και τα πιο ουτοπικά. Δυο άνθρωποι εντελώς διαφορετικοί που συνυπάρχουν συμπληρωματικά, που βρίσκουν την ευτυχία στην πιο δύσκολη εκδοχή της αγάπης: στην αποδοχή και τη στήριξη του άλλου, χωρίς καμιά επιθυμία να τον φέρουν στα μέτρα τους…..
Το ” χειροποίητο” σινεμά του Jarmusch υπηρετεί κι αυτό την ποίηση της καθημερινότητας, με λιτά αλλά ακριβέστατα πλάνα, με αδιόρατες κινήσεις, με σιωπές , με υποδόριο χιούμορ και αισθαντικότητα, με έμφαση στη επαναληπτικότητα της ρουτίνας, μέσα από την οποία όμως αναδύεται το καινούριο, ασήμαντο τις περισσότερες φορές, που φέρνει μαζί της η κάθε μέρα, που από μας εξαρτάται να το διακρίνουμε, να το ζήσουμε και να το αξιοποιήσουμε…. Η ποίηση της ταινίας υπηρετείται επίσης με την ταύτιση του ήρωα με την πόλη του, με τον ιδιαίτερο τρόπο που ο Paterson προσωποποιεί το Paterson, αφήνοντας τον τόπο να εισχωρήσει μέσα του και να τον καθορίσει. Οι εξαιρετικές ερμηνείες όλων – με αποκορύφωμα αυτήν του Driver – και το αξέχαστο soundruck του ίδιου του σκηνοθέτη υπογραμμίζουν τον μινιμαλισμό της ταινίας.
Προσωπική μου εντύπωση, ο Jarmusch, μέσα από την ”λεπτών αποχρώσεων” ταινία του, μιλάει και για μια ζωή λεπτών αποχρώσεων επίσης. Ο άνθρωπος είναι σε αρμονία με τον βαθύτερο εαυτό του, μπορεί να διακρίνει και να αντλήσει χαρά απ’ τα μικρά και ασήμαντα, ολοκληρώνεται μέσα από σχέσεις υποστηρικτικές με βάση την αποδοχή. Μια ζωή δηλ. στον αντίποδα του σύγχρονου μοντέλου μιας ζωής ανικανοποίητης και ακόρεστης, με μηδενική επαφή με τον εαυτό, με σχέσεις ανταγωνιστικές, με αντίληψη του χρόνου γραμμική, άρα και αγχώδη. Ο Jarmusch ”προτείνει” μια κυκλική αντίληψη του χρόνου, που όμως δεν ταυτίζεται με μια στατική και εφησυχαστική ρουτίνα, αλλά με μια καθημερινότητα, μέσα στην οποία δίνουμε πάντα χώρο και χρόνο στον εαυτό μας, ανοιγόμαστε θετικά προς τους άλλους, αφήνουμε τον τόπο και τα πράγματα να μας ”κατοικήσουν”. Μια καθημερινότητα από την οποία περιμένουμε να μας φέρει κάτι καινούριο και διαφορετικό, συνήθως όχι μεγάλο ή ανατρεπτικό, που εμείς όμως ξέρουμε να το μετουσιώσουμε σε μαγεία και ποίηση. Κι αυτό από μόνο του είναι η πιο επαναστατική πράξη.