Την ξεκαρδιστική και ιδιαιτέρως απολαυστική κωμωδία Ψύλλοι στ’ αυτιά του μάστορα του είδους Ζωρζ Φεντώ παρουσιάζει το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στο Βασιλικό Θέατρο σε σκηνοθεσία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του ΚΘΒΕ Γιάννη Αναστασάκη και μετάφραση Μίνου Βολανάκη. Η όμορφη Ραϊμόνδη, πιστή σύζυγος του Βίκτορα-Εμμανουήλ, αρχίζει να πιστεύει –χωρίς φυσικά καμία ουσιαστική απόδειξη- πως ο άνδρας της την απατά. Και αποφασίζει να του στήσει μια παγίδα για να τον πιάσει στα πράσα. Για αυτό το λόγο ργανώνει με την πολύτιμη βοήθεια της καλύτερής της φίλης Λουΐζας, βεβαίως, ένα σχέδιο. Γράφει, λοιπόν, η Λουΐζα υπό την καθοδήγηση της Ραϊμόνδης ανώνυμη φλογερή, όλο πάθος ερωτική επιστολή προς τον Βίκτορα-Εμμανουήλ προσκαλώντας τον στο πονηρό ξενοδοχείο «Το Οικογενειακό» για να κάνουν μαζί μια τρέλα. Κι από τη στιγμή που το ερωτικό αυτό γράμμα φτάνει στα χέρια του ανυποψίαστου συζύγου, αρχίζουν η δράση, οι παρεξηγήσεις και, φυσικά, το άφθονο γέλιο για το κοινό, καθώς για άλλον γράφτηκε το ραβασάκι, άλλος κλήθηκε στο ξενοδοχείο και άλλος τελικά πήγε. Στη θέση του Βίκτορα-Εμμανουήλ πηγαίνει στο ξενοδοχείο ο καλύτερός του φίλος, ο Τουρνέλ, που από τη μια θεωρεί πως για αυτόν προοριζότανε η ερωτική επιστολή από τη μυστηριώδη άγνωστη κι από την άλλη είναι τρελά ερωτευμένος με τη Ραϊμόνδη. Μπορεί κανείς να φανταστεί την έκπληξή του, καθώς και τις κωμικοτραγικές καταστάσεις που επακολουθούν, όταν αντιλαμβάνεται πως η ανώνυμη θαυμάστρια του παραλήπτη της επιστολής είναι η ίδια η Ραϊμόνδη, το απόλυτο αντικείμενο του πόθου του. Βεβαίως ο Φεντώ δεν αρκείται σε μια απλή παρανόηση τέτοιου είδους. Προχωρά ακόμα πιο πέρα, περιπλέκει ακόμα περισσότερο τα πράγματα, δίχως να αφήνει τους ήρωές του να ησυχάσουν. Ο ευρηματικός και ευφάνταστος συγγραφέας κατορθώνει με διάφορους τρόπους και για πολλούς λόγους να συγκεντρώσει στο ξενοδοχείο «το Οικογενειακό» όχι μόνο όλους τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση «παγίδα για τον Βίκτορα-Εμμανουήλ», αλλά και πολλούς άλλους, εντελώς άσχετους με το θέμα, που περιπλέκουν ακόμα πιο πολύ τις καταστάσεις. Εκτός από τη Ραϊμόνδη και τον Τουρνέλ, κάποια στιγμή στο ξενοδοχείο Το Οικογενειακό βρίσκονται ταυτόχρονα η Λουΐζα και ο άνδρας της, που πιστεύει πως η αγαπημένη του τον απατά, ο Βίκτορ-Εμμανουήλ που, θεωρώντας πως η επιστολή προς αυτόν γράφτηκε από τη Λουΐζα και όντας καλός Σαμαρείτης, προσπαθεί να την προειδοποιήσει ότι ο άνδρας της έμαθε για τα ερωτικά της ατοπήματα και την αναζητά να τη σκοτώσει, ο Ισίδωρος, μπάτλερ του Βίκτορα-Εμμανουήλ που ψάχνει τον κύριό του, η γυναίκα του Ισίδωρου με τον εραστή της, ο γιατρός που εμπιστεύεται όλη η καλή κοινωνία για οποιαδήποτε αρρώστια ή πάθηση, μόνιμος θαμώνας του ξενοδοχείου, ένας Άγγλος τεραστίων διαστάσεων που περιμένει μάταια στο δωμάτιό του μια κυρία αγνώστων στοιχείων αλλά είναι έτοιμος να συμβιβαστεί με οποιοδήποτε θηλυκό, ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου με τη «σεμνή» γυναίκα του, μια καμαριέρα κι ένας παππούς δήθεν με αρθρίτιδα και άλλα πολλά προβλήματα υγείας. Αυτή την εντελώς αταίριαστη ομάδα ανθρώπων, όπου ο καθένας άλλα θέλει κι άλλα κάνει, άλλα γνωρίζει, άλλα φαντάζεται και άλλα καταλαβαίνει, συμπληρώνει ο μεθύστακας και αλκοολικός Πος, το παιδί για όλες τις δουλειές του ξενοδοχείου, που μοιάζει εκπληκτικά με τον Βίκτορα-Εμμανουήλ. Αμέσως γίνεται αντιληπτό πως αυτή ομοιότητα των Βίκτορα-Εμμανουήλ και Πος δε μπορεί παρά να οδηγήσει σε πανδαιμόνιο. Δε μπορεί παρά να προκαλέσει στους ήρωες ταραχή και αναστάτωση και πάρα πολύ γέλιο στο κοινό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πολύ γρήγορος ρυθμός του έργου, οι ευφυείς χιουμοριστικές ατάκες και οι εξαιρετικές, γεμάτες πάθος και ένταση ερμηνείες των ηθοποιών που δε διστάζουν καθόλου να τσαλακωθούν έχουν ως αποτέλεσμα από την αρχή του έργου, από την πρώτη κιόλας στιγμή οι θεατές να «αιχμαλωτίζονται» και να γελούν αβίαστα με την καρδιά τους. Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια εξαιρετική φάρσα καταστάσεων και παρεξηγήσεων, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται αυτή η μάλλον παράξενη ομάδα ιδιόρρυθμων ανθρώπων, ο καθένας με τα πάθη και τις ανησυχίες του, τις ιδιαιτερότητες, τις φοβίες, τις αγωνίες και τις ανασφάλειές του. Και όλοι μαζί προσπαθούν να συνυπάρξουν, να δημιουργήσουν σχέσεις, να γελάσουν, να περάσουν καλά, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, να ζήσουν. Παρά τα άφθονα γέλια, όμως, το σημαντικό είναι πως ο συγγραφέας παρουσιάζει στη σκηνή έναν καθρέφτη της τότε αλλά και της σύγχρονης αστικής κοινωνίας με όλα της τα προβλήματα. Ο Φεντώ μέσω της κωμωδίας θέτει τις ενστάσεις του σχετικά με τις ανειλικρινείς ανθρώπινες σχέσεις όπου τα πάθη δεν τιθασεύονται, οι σύζυγοι δεν έχουν εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο και πολλές φορές η εξωτερική εικόνα των πραγμάτων ή των συνθηκών δεν ταυτίζεται με την πραγματικότητα. Πολύ δυνατή η σκηνοθεσία του Γιάννη Αναστασάκη. Εξαιρετικά τα σκηνικά του Βασίλη Παπατσαρούχα με τους περιστρεφόμενους τοίχους στο ξενοδοχείο και τις γιγαντιαίες τοιχογραφίες. Καλή η χημεία ανάμεσα στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, Ταξιάρχη Χάνο (Βίκτορ-Εμμανουήλ/Πος) και Πολυξένη Σπυροπούλου (Ραϊμονδη). Οι Δημήτρης Σιακάρας (Τουρνέλ), Γιώργος Καυκάς (Ισίδωρος) και Τάσος Περζικιανίδης (Φεραγιόν) ήταν εξαιρετικοί και απολαυστικοί, καταπληκτική όπως πάντα η Εύη Σαρμή (Λουΐζα), ενώ ο Κώστας Σαντάς στο ρόλο του γιατρού έδωσε (πάλι) ρεσιτάλ ερμηνείας.
Δελίνα Βασιλειάδη