(Σαλόνι σπιτιού που μοιάζει φοιτητικό. Δεν είναι όμως. Μένει ένα ζευγάρι τριαντάρηδων. Η γυναίκα χορεύει στο σαλόνι το Δεν έχει τέλος από τα Ξύλινα Σπαθιά).
Γυναίκα: Δεν έχει τέεεεεεεεελος.
Άντρας (Μπαίνοντας στο σαλόνι και κλείνοντας τη μουσική): Η εφηβεία σου δεν έχει τέλος!
Γυναίκα: Καλύτερα αιώνια έφηβη, παρά αιωνόβιος πλάτανος (τον δείχνει περιπαιχτικά)…
Άνδρας: Καλά, καλά. Έχει τίποτα να φάμε;
Γυναίκα: Κοτολέτες φουαγκρά και παπαρδέλες με σάλτσα πιπεριάς και γαρίδες.
Άνδρας: Πάει το μηνιάτικο! Γιατί κορίτσι μου δεν κάνεις μια φασολάδα;
Γυναίκα: Ξέχασέ το, είναι πολύ εύκολο φαγητό! Πρέπει να γεμίζω το χρόνο μου, αλλιώς έρχεται εκείνο το κενό και με πλακώνει.
Άνδρας: Εμένα πάλι με πλακώνει το φουαγκρά σου!
Γυναίκα: Σταμάτη;
Άνδρας: (Βγάζει τα παπούτσια του) Έλα!
Γυναίκα: Τίποτα… Σταμάτη, φεύγουμε;
Άνδρας: Κάτσε ρε πουλάκι μου, ακόμα δεν ήρθα.
Γυναίκα: Όχι. Μιλάω για φευγιό αληθινό…
Άνδρας (δίχως να ξαφνιάζεται): Για πού αυτή τη φορά; Ελληνική αγροτική επαρχία ή εξωτερικό;
Γυναίκα: Στο νησί.
Άνδρας: Ποιο νησί;
Γυναίκα: Ξέρω γω; Να βρούμε ένα!
Άνδρας: Τι το παιδεύεις; Αφού είσαι κορίτσι της πόλης!
Γυναίκα: Είμαι ό,τι θέλω να είμαι!
Άνδρας: Πολύ βολικό αυτό!
Γυναίκα: Και γιατί είναι κακό αυτό; Η προσαρμοστικότητα είναι προσόν.
Άνδρας: Αναλόγως. Μπορεί απλώς να πας όπου σε πάνε. Να μας δω τι θα κάνουμε σε λίγο καιρό που δεν θα έχουμε ούτε για ζάχαρη.
Γυναίκα: Θα μάθουμε να πίνουμε τον καφέ μας σκέτο.
Άνδρας: Αυτή είναι η προσαρμοστικότητά σου;
Γυναίκα: Ναι αυτή! Αυτή η Αγία (κάνει το σταυρό της) που με οδηγεί μακριά από τη μιζέρια.
Άνδρας: Πρόσεξε τους θεούς που πιστεύεις!
Γυναίκα: Είδα και τους δικούς σου. Το στυλό και το μπλοκάκι. Δε βαρέθηκες να μετράς τα κουκιά;
Άνδρας: Δεν βαρέθηκες να πουλάς αέρα κοπανιστό ως τάχα μου επαναστατικότητα; Εσύ τι κάνεις κυρία μου;
(Ο άντρας φεύγει εκνευρισμένος για ύπνο και όταν σηκώνεται βρίσκει τη γυναίκα κουλουριασμένη στον καναπέ)
Γυναίκα: Το ξανασκέφτηκα. Πού να τρέχουμε τώρα στο νησί (Την πιάνει κλάμα με αναφιλητά)…
Άνδρας: Σήκω, θα πάμε βόλτα στη θάλασσα…