(A L’AVENTURE)
Σκηνοθεσία: Ζαν-Κλοντ Μπρισό
Παίζουν: Καρόλ Μπρανά, Αρνό Μπινάρ, Ναντιά Σιβανί
Γαλλία, 2008
Διάρκεια: 102’
Αξιολόγηση: ***
Μια ταινία για τη γυναικεία σεξουαλικότητα και την ενέργεια που απελευθερώνει…
Μια νεαρά εγκαταλείπει τον άνδρα της και τη δουλειά της για να αφοσιωθεί στη διερεύνηση της σεξουαλικότητάς της με τη βοήθεια ενός νεαρού και άκρως ελκυστικού, αν και ολίγον μπλαζέ, ψυχίατρου-ψυχαναλυτή… Μια στιγμή να κλείσω το παράθυρο, γιατί με ενοχλεί ο θόρυβος από τις διαδηλώσεις και συνεχίζω… Απ’ ό,τι φαίνεται, για να μιλήσουμε για τη σφαίρα του Σεξουαλικού θα πρέπει πρώτα να αποκλείσουμε την σφαίρα του Πολιτικού. Ή μήπως όχι; Η μέρα που γράφεται αυτό το κείμενο είναι η μέρα ψήφισης (ή απόρριψης…) του Μεσοπρόθεσμου, και πολύς κόσμος έχει βγει στους δρόμους. Υπάρχει άραγε σχέση μεταξύ ενός κοινωνικοοικονομικού φαινομένου και του τρόπου που διαχειριζόμαστε τη σεξουαλικότητα;
Στους «Ονειροπόλους», ο μέγας Μπερτολούτσι μας δείχνει ένα τρίο νέων ανθρώπων οι οποίοι εν μέσω της εξέγερσης του Μάη του ’68 απομονώνονται σε ένα διαμέρισμα για να αφοσιωθούν σε σεξουαλικούς πειραματισμούς. Το τέλος της ταινίας, πανέξυπνο και ελλειπτικό, αφήνει να εννοηθεί ότι είναι μοιραίο η ένωση των δυο σφαιρών να επέλθει. Ο τέλειος επαναστάτης είναι αυτός που έχει επιτυχώς ολοκληρώσει μια προηγούμενη διαδικασία σεξουαλικής απελευθέρωσης. Στην «Κραυγή» ο τρισμέγιστος Αντονιόνι μας αφηγείται μια ιστορία αλλοτρίωσης από έρωτα, η οποία καταλήγει σ’ ένα διάσημο πλάνο με τον ερωτικά απογοητευμένο ήρωα να βαδίζει κόντρα στο ρεύμα μιας διαδήλωσης, ολοκληρωτικά αποξενωμένος από το Πολιτικό. Εδώ, η παράδοση στο συναίσθημα, η συναισθηματική εξάρτηση που συνεπάγεται ο έρωτας, ταυτίζονται με την απομάκρυνση του ατόμου από τα κοινά. Ο έρωτας δεν είναι τελικά παρά ένα αστικό καπρίτσιο, κατάλοιπο του Ρομαντισμού. Και ο Μπρισό;
Αυτός ο, ελάσσων έστω, επίγονος του Μπατάιγ, του Μπουνιουέλ και της ψυχαναλυτικής παράδοσης τι εισηγείται; Αυτό που παρατηρούμε κατ’ αρχήν είναι μια επίθεση στα αστικά ήθη. Η οικογένεια, ο θεσμός της μονογαμίας, ο καθωσπρεπισμός, γίνονται στενός κορσές που καταπιέζουν την ανθρώπινη, και ιδιαίτερα τη γυναικεία, σεξουαλικότητα. Από την άλλη μεριά, ο Μπρισό, ο οποίος με την ταινία αυτή ολοκληρώνει μια τριλογία που άρχισε με τα «Κρυφά πράγματα» και συνεχίστηκε με τον «Εξολοθρευτή άγγελο», αφήνει να εννοηθεί ότι οι περιορισμοί αυτοί είναι αναπόφευκτοι, λόγω της ανεξέλεγκτης δυναμικής που μπορεί να προσλάβει η γυναικεία σεξουαλικότητα και της διαλυτικής επίδρασης που μπορεί να έχει στο κοινωνικό οικοδόμημα. Επιχείρημα που είχε διατυπώσει, και μάλιστα με πολύ καλύτερο τρόπο, και ο Ναγκίσα Όσιμα στην διάσημη «Αυτοκρατορία των αισθήσεων».
Τελικά, ο Μπρισό, αφού διαγράψει μια τροχιά που περιλαμβάνει δυο δόσεις δέους απέναντι στη γυναικεία σεξουαλικότητα, μια δόση φοβίας ότι τελικά μπορεί ως άνδρες να μην είμαστε και τόσο απαραίτητοι (η ταινία συστήνεται στους φίλους των σκηνών λεσβιακού σεξ) και αρκετές μάλλον ξεκάρφωτες και τετριμμένες παρεκβάσεις στον κόσμο της σύγχρονης φυσικής, καταλήγει σε ένα παταγώδες, και ίσως λίγο ανεύθυνο, «je ne sais pas» – «δεν ξέρω».
Κι αν δεν ξέρει ο Μπρισό, άντε εμείς να βγάλουμε άκρη με τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Μακάρι πάντως να είναι τέτοια τα προβλήματά μας από ‘δω και πέρα…
Παναγιώτης Κιούσης