Βρέχει κεφτέδες vs Μαρία Αντουανέτα
Η μανία με το φαγητό είναι ομολογουμένως σημείο των καιρών. Δεν υπάρχει πρωινή εκπομπή που να μην έχει ένα μαγειρικό ένθετο, κάποτε συνέβαινε κάτι αντίστοιχο με δεκάλεπτα γυμναστικής , τώρα αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο όμως είναι να γυμνάζουμε τα σαγόνια μας. Η τάση αυτή γίνεται ακόμα πιο έντονη αν αναλογιστεί κανείς πως το πιο δημοφιλές πρόγραμμα αυτή τη στιγμή στην ελληνική τηλεόραση είναι το μάστερσεφ. Αυτό έχει επηρεάσει γενικότερα την κουλτούρα μας, από τον τρόπο που διασκεδάζουμε και κανονίζουμε τις εξόδους μας μέχρι και πιο ιδιαίτερες επιλογές, αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως στο πρόσφατο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης υπήρχε ειδική θεματική με άξονα το φαγητό. Και οι ταινίες μυθοπλασίας βέβαια δεν έχουν μείνει πίσω, αφού πολύ συχνά εντοπίζουμε δημιουργίες που στον πυρήνα τους έχουν την μαγειρική η κάτι που να σχετίζεται με την τροφή είτε ως απόλαυση είτε ως ανάγκη. Στα πλαίσια λοιπόν ενός μίνι αφιερώματος που κάνουμε στο Φιλμ Νουάρ θα αναφερθώ σε δύο ταινίες, η μία εκ των οποίων έχεις ως βάση το φαγητό, ενώ η δεύτερη το χρησιμοποιεί συμπληρωματικά αλλά με ουσιώδη σημασία.
Στο «Cloudy with a chance of meatballs» ή όπως εύστοχα μεταφράστηκε στα ελληνικά «Βρέχει κεφτέδες» συμβαίνει αυτό που αναφέρεται στον τίτλο και όχι μόνο. Μια παραθαλάσσια κωμόπολη που βασίζει τα έσοδα της σε ένα εργοστάσιο σαρδέλας, έρχεται αντιμέτωπη με την οικονομική καταστροφή όταν αυτό κλείνει . Σαν από μηχανής θεός ένας αποτυχημένος νεαρός επιστήμονας θα καταφέρει να κάνει το κόλπο γκρόσο μετατρέποντας το νερό σε φαγητό. Έτσι οι ουρανοί θα αρχίσουν να κατεβάζουν αντί βροχής κάθε λογής φαγώσιμα καλούδια, μετατρέποντας το μέρος σε τουριστική ατραξιόν. Πέρα από τους κεφτέδες και τα μακαρόνια, τα αγαπημένα φαγητά κατοίκων και τουριστών θα πέφτουν σωρηδόν από τα σύννεφα(χαρακτηριστικοί οι καταρράκτες σοκολάτας στους οποίους βουτάνε ανέμελα παιδιά κάθε ηλικίας), μαζί τους όπως θα πέσει και ο νεαρός πρωταγωνιστής μας, ο οποίος θα δει την κατάσταση να ξεφεύγει και τον λαίμαργο δήμαρχο να μην τον αφήνει σε ησυχία. Ένα καυστικό σχόλιο για την καταστροφή του περιβάλλοντος, την παχυσαρκία που μαστίζει τους Αμερικάνους και όχι μόνο, δοσμένο με άφθονο χιούμορ και τη δημιουργική ελευθερία που επιτρέπει το κινούμενο σχέδιο. Οι δημιουργοί του μάλιστα Φιλ Λορντ και Κρίστοφερ Μίλερ, αφού εξασφάλισαν μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, εξαργύρωσαν την επιτυχία με το ακόμα πιο πρωτότυπο “Lego Movie” και την αναγέννηση της eighties σειράς «21 Jump Street».[wp_ad_camp_1]
Στον αντίποδα η δεύτερη ταινία που θα ασχοληθούμε μπορεί να έχει ζωντανούς πρωταγωνιστές αλλά είναι πιο χάρτινη κι από εφημερίδα. Η Σοφία Κόπολα είχε συγκεντρώσει πάνω της τα βλέμματα όλου του κινηματογραφικού κόσμου μετά το εντυπωσιακό ντεμπούτο της με τις «Αυτόχειρες Παρθένες» και την ακόμα καλύτερη συνέχεια του «Χαμένος στη Μετάφραση» που της εξασφάλισε μάλιστα κι
ένα Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου. Η «Μαρία Αντουανέτα» φαινόταν να διαθέτει όλα εκείνα που θα έδιναν συνέχεια
στο εντυπωσιακό σερί της, όμως τελικά το μόνο που έμεινε στη μνήμη ήταν τα εντυπωσιακά κοστούμια που βραβεύτηκαν και από την Ακαδημία, το σκηνικό των Βερσαλλιών, τα πάμπολλα ποτήρια σαμπάνιας που κατανάλωναν οι πρωταγωνιστές ασταμάτητα και οι τεράστιες τούρτες που έτρεφαν τον ουρανίσκο της Κίρστεν Ντανστ. Και είναι κρίμα γιατί όπως αυτά τα περίτεχνα γλυκά σου άνοιγαν την όρεξη και έκαναν τα σάλια να κυλάνε σαν ρυάκι από την στοματική κοιλότητα, έτσι και η ταινία προμηνυόταν τουλάχιστον γευστική για να καταλήξει ένα κομμάτι κέικ χωρίς ζάχαρη.
Ουκ εν τω πολλώ το ευ λοιπόν, καλές οι γκουρμεδιές, αλλά κι ένα πιάτο μακαρονάδας με κεφτέδες είναι ότι πρέπει. Και μιας και αναφερθήκαμε και στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ, μην χάσετε την εξαιρετική δημιουργία του ελληνικής καταγωγής Λούι Ψυχογιού με τίτλο «Αλλάζοντας τους κανόνες του παιχνιδιού» (Τhe Game Changers) και θέμα τις ευεργετικές επιδράσεις της χορτοφαγίας, θα τρίβεται τα μάτια σας και αφού τα τρίψετε, θα πάτε να φάτε έναν γύρο για το καλό..Καλή όρεξη και καλές προβολές.
Ορέστης Μανασής