Σκηνοθεσία: Σον Λεβί
Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Ιβάντζελιν Λίλι, Ντακότα Γκόγιο, Άντονι Μάκι, Χόουπ Ντέιβις, Τζέιμς Ρέμπχορν
Διάρκεια: 127’
Αξιολόγηση: **
Η ιστορία αρχίζει σε μία από τις τρίτες πόλεις της Καλιφόρνιας, από αυτές που το όνομά τους αρχίζει με «Σαν». Εκεί, σε ένα δημοτικό πανηγύρι, ένας τυχοδιώκτης προσπαθεί να κερδίσει χρήματα μέσα από την πυγμαχία με ρομπότ. Και η ιστορία ολοκληρώνεται στο μεγαλύτερο στάδιο της Νέας Υόρκης, όπου ο εν λόγω τυχοδιώκτης μαζί με το γιο του κι ένα ρομπότ-σαράβαλο μάχονται εναντίον του παγκόσμιου πρωταθλητή…
Εκτός, όμως, από τη χωροχρονική μετατόπιση (από τις «δημοτικές» δυτικές Πολιτείες στις «επαγγελματικές» ανατολικές) μετατοπίζεται επίσης και το βάρος της ταινίας. Εξηγώ: εκ πρώτης όψεως, φαίνεται να πρόκειται για ένα αμερικανικό blockbuster – δεν είναι όμως.
Ανάμεσα σε μια σειρά από τέτοιες ταινίες («σαν blockbuster»), «το Real Steel» είναι κατά βάθος μια ταινία για τη δύστοκη σχέση πατέρα και γιου. Ο πατέρας έχει εγκαταλείψει το γιο του και επιβιώνει ως ρεμάλι, σε βάρος της αγαπημένης του και του εαυτού του. Ένα τραγικό γεγονός είναι ο καταλύτης της ιστορίας, που υποχρεώνει τρόπον τινά τον πατέρα να περάσει χρόνο με το παιδί. Έχει ενδιαφέρον πως δεν γίνεται χρήση των εύκολων λύσεων του δράματος και, παρότι φανταστική, η ιστορία είναι σχετικά αληθοφανής: αν ποτέ η ανθρωπότητα ασχοληθεί με την πυγμαχία ανάμεσα σε ρομπότ, μία τέτοια ιστορία θα μπορούσε ίσως να υπάρξει, με λίγη δόση φαντασίας…
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται για ένα σενάριο επιτυχίας παρά τις αντιξοότητες. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δείχνει (σε όσους κοιτάξουν) πως οι τραυματισμένες σχέσεις δεν χρειάζονται υπεράνθρωπες ενέργειες για να διασωθούν. Αντιθέτως, χρειάζονται ανθρώπινες. Ένα παιχνίδι ίσως είναι αρκετό.
Ρωμανός Σκλαβενίτης